«Συνεννοήσεις διεξάγονται μεταξύ του Προέδρου του Ρωμουνομακεδονικού Συλλόγου γερουσιαστού Λεόντη και των υπουργών Λαχωβάρη και Δισέσκου, όπως δοθή, επί τη ευκαιρία των εορτών, εις τους ταλαιπωρουμένους Ρωμούνους της Μακεδονίας, μέρος του χρηματικού ποσού το οποίον η ρουμουνική Κυβέρνησις εισέπραξε παρά των Ελλήνων (της Ρουμανίας), δια της αυξήσεως των δασμολογίων, κατά την διακοπήν των Ελληνορωμουνικών σχέσεων.
»Το ποσόν τούτο, ανερχόμενον εις εν και ήμισυ εκατομύριον φράγκων, ευρίσκεται κατατεθειμένον παρά τω υπουργώ των Εξωτερικών στρατηγώ Λαχωβάρη.
» Ο κ. Λεόντης, εν τούτοις, εξέφρασε την γνώμην, ότι το ποσόν τούτο δεν έινε ανάγκη απόλυτος να δοθή τώρα αμέσως, καθ’ ότι αι συγκοινωνίαι εν Μακεδονία είναι πλημμελείς, επί πλέον δε οι δρόμοι είνε επικίνδυνοι και οι Αρρωμούνοι είνε συνηθισμένοι εις την πενίαν.
Ερώτηση: Δεν είναι άδικο αυτό που κάνει ο Χάρος, δηλαδή να παίρνει τους ανθρώπους χωρίς σειρά και διακρίσεις;
Απάντηση: Θέλησε μια φορά να το κάνει αλλιώς, αλλά για δες την τιμωρία τ' από τον θεό.
«Μια φορά ο θεός έστειλε τον χάρο να πάρει την ψυχή της νύφης μιας οικογένειας. Σαν πήγε στο σπίτι άρχισαν τα μικρά της να κλαίνε και γι' αυτό η πεθερά της τον παρακάλεσε να πάρει αυτήν για να μην αφήσει η νύφη ορφάνια.
Ο Χάρος την άκουσε και πείρε την ψυχή της. Όταν πήγε στον Θεό τον ρώτησε γιατί δεν έφερε την νύφη. Αυτός έκατσε και του τα είπε. Τότε ο θεός τον καταράστηκε και έβγαλε αμέσως φτερά στα μάτια για να μην βλέπει και στα αυτιά για να μην ακούει.
Και από τότε ο Χάρος έγινε κουφός και γκαβός και γι' αυτό τους παίρνει χωρίς αράδα και χωρίς διακρίσεις όπως είχε πει και είχε γράψει ο Θεός.
Αντικείμενο της παρούσας έρευνας είναι η μελέτη της οργάνωσης της οικιακής ομάδας σε μιαν ορεινή κοινότητα Βλάχων της Πίνδου, το Συρράκο. Αναζητούνται τα υποδείγματα σχηματισμού των οικιακών ομάδων και οι κανόνες που διέπουν τη συγκρότηση τους και οδηγούν στη διαμόρφωση κάποιων οικιακών δομών εκείνων οι οποίες εμφανίζονται μέσα από την ανάλυση ως οι πλέον επιθυμητές για τον πληθυσμό της εν λόγω κοινωνίας.
Το χρονικό διάστημα 1850-1930, το οποίο αποτελεί τον χρονικό ορίζοντα της μελέτης οροθετείται σε μεγάλο βαθμό από της διαθέσιμες πηγές. Τρεις καταγραφές του πληθυσμού των ετών 1898, 1905 και 1929 και δύο ομάδες προικοσυμφώνων που αφορούν γάμους στο εσωτερικό της κοινότητας αποτελούν το κύριο σώμα των τεκμηρίων τα οποία έλαβα υπόψη μου. Η πρώτη ομάδα προικοσυμφώνων καλύπτει την περίοδο από το 1835 έως το 1870, ενώ η δεύτερη τα χρόνια απο το 1925 έως το 1934.
Η προσπάθεια διερεύνησης του σώματος των πληροφοριών με οδήγησε στην αναζήτηση συμπληρωματικών στοιχείων από καταγραφές των κοπαδιών των κτηνοτρόφων του Συρράκου στις αρχές του 20ου αιώνα, από έναν εκλογικό κατάλογο αρρένων, και από έναν κατάλογο της ακίνητης περιουσίας και της αντίστοιχης φορολόγησης της, του 1899.
Γενικά (υπαίθρια τυροκομεία, οργανωμένα τυροκομεία, γάλατα)
Την άνοιξη, αφού κόβανε τα αρνιά και τα κατσίκια για το Πάσχα όλοι οι κτηνοτρόφοι μαζεύανε τα κοπάδια, τα σμίγανε και τα γαλομετρούσανε. Δηλαδή ανάλογα με τα πόσα πρόβατα ή γίδια είχε ο καθένας του αντιστοιχούσε το γάλα που θα δούλευε ο καθένας με την σειρά του. Υπήρχαν υπαίθρια τυροκομεία (μπατζιά) τρία με τέσσερα σε κάθε χωριό, όπου οι τυροκόμοι παρασκευάζανε το τυρί, το βούτυρο και το μπάτζιο. Όσες οικογένειες δεν θέλανε, δεν πηγαίνανε το γάλα στα μπατζιά, προτιμώντας να κάνουν δικό τους τυρί.
Οι Σαρακατσάνοι έστηναν το μπατζαριό ή φρετζάτο (έτσι λέγεται στα Κουπατσαροχώρια), το τυροκομειό και βουτυροκομειό στον καιρό με τα γάλατα (Δεκέμβρη μέχρι τα τέλη του Αλωνάρη δηλ. Ιούλιο) κοντά στη στρούγκα. Τυροκομούσαν οι ίδιοι και αποθήκευαν τα τυριά στο μπατζαριό και τα πουλούσαν πάλι οι ίδιοι αργότερα. Πολλές φορές έρχονταν ειδικός τεχνίτης (μέσω ενός τυρέμπορου), ο «Μπάτζος», μαζί με τον βοηθό του για την τυροκόμιση.