Η προσφορά των Βλαχοφώνων Ελλήνων στην αναβίωση, χρηματοδότηση και θέσπιση των Ολυμπιακών Αγώνων στο νεοελληνικό κράτος

zapeio olimpiasΧαρακτικό, στο οποίο απεικονίζονται το Ζάππειο Μέγαρο και το συγκεντρωμένο πλήθος την ημέρα των εγκαινίων, που έγιναν με κάθε επισημότητα και με την παρουσία του Κ. Ζάππα.Περίληψη
Μετά την αναγέννηση, αρκετοί φωτισμένοι άνθρωποι- κυρίως στη Δύση- όλο και πιο συχνά μετέφραζαν τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Έτσι οι άνθρωποι άρχισαν να έρχονται σε επαφή με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, κύρια συστατικά του οποίου ήταν ο αθλητισμός και οι αθλητικοί αγώνες. Η κορωνίδα των αγώνων αυτών ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες (Ο.Α.), για τους οποίους όλο και πιο συχνά γίνονταν λόγος για αναβίωση.

Πριν την ίδρυση του ελληνικού κράτους, κάποιοι λόγιοι Έλληνες της Δύσης, μετέφρασαν διάφορα βιβλία, που είχαν σχέση με τους αρχαίους Ο.Α. Έτσι οι Νεοέλληνες γνώρισαν το μεγαλείο των προπατόρων τους και κυρίως τον αθλητισμό και τους Ο.Α. Μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους άρχισε να γίνεται λόγος για αναβίωση του αρχαιοελληνικού αυτού θεσμού κυρίως με τον λόγιο Παναγιώτη Σούτσο, ενώ έγιναν και κάποιες προσπάθειες αναβίωσης από τον Ιωάννη Κωλέττη. Μετά τα μέσα του 19ου αι. καθοριστικό ρόλο στην αναβίωση των τοπικών- εθνικών Ο.Α. έπαιξαν οι απόδημοι στη Ρουμανία Ευάγ. και Κων. Ζάππας. Από αυτούς προτάθηκε και χρηματοδοτήθηκε η αναβίωση των Ο.Α., που τελέστηκαν στην Αθήνα συνολικά τέσσερες φορές (1859, 1870, 1875, 1889), ενώ έμειναν στην ιστορία ως Ζάππιες Ολυμπιάδες ή Ολύμπια του Ζάππα. Σχεδόν όλοι αυτοί που με διάφορους τρόπους συνέβαλαν στην αναβίωση των Ο.Α. σε εθνικό επίπεδο ήταν απόδημοι Βλαχόφωνοι. Αυτοί οι αγώνες επηρέασαν αρκετά τον Γάλλο βαρόνο Πιέρ ντε Κουπερτέν και μερικούς άλλους φωτισμένους της εποχής αυτής, οι οποίοι πρωτοστάτησαν στην αναβίωση των διεθνών Ο.Α. που τελέστηκαν πρώτη φορά το 1896 στην Αθήνα. Σκοπός της εργασίας αυτής ήταν η καταγραφή και ανάδειξη των Βλαχόφωνων Ελλήνων και των Βλαχόφωνων κοινωνιών, που με διάφορους τρόπους συνέβαλαν στην αναβίωση, χρηματοδότηση και καθιέρωση των εθνικών- τοπικών Ολυμπιακών Αγώνων (Ο.Α.).

Λέξεις κλειδιά: Βλαχόφωνοι, Ολυμπιακοί Αγώνες (Ο.Α.), λόγιοι, φωτισμένοι, Ρήγας Φεραίος, Σούτσος, Κωλέττης, Ζαππαίοι, Ζάππιες Ολυμπιάδες.

 

Α. ΑΝΤΊ ΠΡΟΛΟΓΟΥ
 

α. Αδρομερή αναφορά στη θέση της γυμναστικής, των Ολυμπιακών και των άλλων αγώνων στον αρχαίο ελληνικό κόσμο

Oι αρχαίοι Έλληνες στήριξαν τα παιδαγωγικά τους συστήματα και διαμόρφωσαν τη φιλοσοφία του «καλού καγαθού» πολίτη, επάνω σε δυο ακρογωνιαίους λίθους, δηλαδή στη γυμναστική και τη μουσική- πνευματική καλλιέργεια. Οι παραπάνω δραστηριότητες είχαν τέτοια θέση στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, ώστε να θεωρείται πεπαιδευμένος (μορφωμένος, καλλιεργημένος) αυτός που τις κατείχε και απαίδευτος (αμόρφωτος, ακαλλιέργητος) αυτός που δεν τις κατείχε. Παράλληλα η πόλη που δε διέθετε γυμνάσιο (γυμναστηριακό συγκρότημα), ναό και θέατρο δε θεωρείτο άξια λόγου, αλλά βάρβαρη [1] .

Βέβαια υπήρξαν και κάποιες πόλεις - κράτη, όπως η Σπάρτη που ήταν προσανατολισμένες κυρίως στη φυσική αγωγή και τη δημιουργία αξιόμαχων πολεμιστών και όχι πολιτών με αρμονική γυμναστική και μουσική-πνευματική παιδεία [2] .

Στον αρχαιοελληνικό κόσμο τελούνταν τέσσερις πανελλήνιοι αγώνες (Ολύμπια, Πύθια, Ίσθμια και Νέμεα) και πολυάριθμοι άλλοι τοπικοί (περίπου 200), οι οποίοι ήταν αφιερωμένοι σε διάφορους θεούς, ημίθεους και ήρωες [3] . Οι τέσσερες πανελλήνιοι αγώνες ήταν «στεφανίτες», απονέμονταν δηλαδή στους νικητές μόνο στεφάνι. Από όλους αυτούς τους αγώνες ο πιο ξακουστός, ο πιο σεβαστός, ο πιο λαμπρός και πιο ανθρώπινος θεσμός που έχει αναδείξει ποτέ ο άνθρωπος ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες (Ο.Α.), που ετελούντο στην Ολυμπία κάθε τέσσερα χρόνια προς τιμήν του Ολυμπίου Διός [4] . Στους νικητές απένεμαν μόνον ένα στεφάνι αγριελιάς (σύμβολο ειρήνης και συμφιλίωσης), αλλά η δόξα και η τιμή ήταν μεγάλη.

Η ίδρυση των Ο.Α. χάνεται στα βάθη των αιώνων στην αχλή των μύθων, των παραδόσεων και της ιστορίας. Βέβαιο είναι ότι ιδρύθηκαν για να υπηρετήσουν πανανθρώπινες αξίες όπως: την εκεχειρία, την ειρήνη, τη συμφιλίωση, τη συναδέλφωση, την ευγενή άμιλλα, την αρμονική ανάπτυξη σώματος και πνεύματος και την ιερότητα.

Στους Ο.Α. λάμβαναν μέρος μόνον Έλληνες, δηλαδή αυτοί που είχαν το λεγόμενο ομόγλωσσο, ομόδοξο και όμαιμο, (ίδια γλώσσα, θρησκεία και καταγωγή-πολιτισμό). Αποκλείονταν οι δούλοι και όσοι βαρύνονταν με πράξεις ασέβειας, όπως σύληση ναών, παραβίαση της ιεράς εκεχειρίας, φόνους κ.α. Στην Ολυμπία οι Έλληνες θυμόταν αυτά που τους ένωναν και ξεχνούσαν αυτά που τους χώριζαν. Πίστευαν ότι ιδιαίτερα εκεί ο Δίας ήθελε να τους βλέπει ενωμένους, αδελφωμένους και αγαπημένους. Οι Ο.Α. και η Ολυμπιακή Εκεχειρία, ως πανελλήνιοι θεσμοί τηρήθηκαν- εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων- με ιερή ευλάβεια για δώδεκα συναπτούς αιώνες (776 π.Χ.-393 μ.Χ.). Μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τους Ρωμαίους (146 π.Χ.) ο επαγγελματισμός και η αλλοίωση του ελληνικού αθλητικού πνεύματος είχε επικρατήσει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας [5] . Επίσης ο θεσμός των Ο.Α. δεν είχε την αίγλη, την ελληνικότητα, την καθαρότητα, την αξιοπιστία, το σεβασμό, την ιερότητα και τη μοναδικότητα της παλιάς εποχής.

Το 393 μ.Χ. αποτελεί ορόσημο για τους Ο.Α., αφού ένα χρόνο νωρίτερα με διάταγμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Θεοδοσίου ο αρχαιοελληνικός αυτός θεσμός καταργήθηκε, ως παγανιστική (ειδωλολατρική) γιορτή, κλίνοντας έναν κύκλο ζωής περισσότερο από 11 αιώνες. Η μακροζωία τους οφείλεται στην ιερότητά τους, αφού αποτελούσαν την κορυφαία γιορτή προς τον κορυφαίο θεό, τον Δία. Είναι τραγική ειρωνεία, αλλά αυτή η ιερότητα και το γεγονός ότι ήταν αφιερωμένοι στο Δία, επέφερε και το τέλος τους.

Από τότε και στο εξής οι Ο.Α. για πολλούς αιώνες είχαν πέσει στη λησμονιά. Για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και το κύριο χαρακτηριστικό αυτού τον αθλητισμό, τους αθλητικούς αγώνες και ιδιαίτερα τους Ο.Α. άρχισε να γίνεται λόγος από την Αναγέννηση και μετά (14ος, 15ος αι.), αφού όλο και πιο συχνά μεταφράζονταν στη Δύση βιβλία που αφορούσαν τον αρχαίο ελληνικό αθλητισμό και τους Ο.Α. [6] .

Με την πάροδο του χρόνου προέκυψαν προτάσεις για την αναβίωση των Ο.Α. και τελικά τον 18ο και 19ο αιώνα πραγματοποιήθηκε η αναβίωση του πανανθρώπινου αυτού θεσμού, πρώτα σε τοπικό-εθνικό επίπεδο και μετά σε διεθνές (1896). Μάλιστα κατά τον 18ο αιώνα σε κάποια κράτη της Ευρώπης (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία) διοργανώθηκαν διάφοροι αθλητικοί αγώνες με την επωνυμία Ολυμπιακοί, χωρίς όμως να έχουν κάποια ομοιότητα με την αίγλη και τη λαμπρότητα των αρχαίων Ο.Α. [7] .

 

Μέθοδος

Στην παρούσα εργασία γίνεται προσπάθεια να καταγραφούν και να αναδειχτούν οι Έλληνες, αλλά και οι ελληνικές κοινωνίες, που με διάφορους τρόπους συνέβαλαν στην αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Η μέθοδος που χρησιμοποιείται είναι αυτή του πεδίου αναζήτησης, ενώ η συλλογή των δεδομένων έγινε με βάση την αρχειακή ιστορική έρευνα. Πολλές από τις πηγές που χρησιμοποιήθηκαν είναι πρωτογενείς, όπου διατυπώνουν τις απόψεις και μας δίνουν πληροφορίες αυτόπτες μάρτυρες, ενώ παρατίθενται και απόψεις έγκυρων σύγχρονων συγγραφέων.

Προκειμένου να υπάρξει αντικειμενική και αξιόπιστη έρευνα θα καταγραφούν και θα αναδειχτούν, χωρίς καμία εξαίρεση, όλες οι προσωπικότητες και οι τοπικές κοινωνίες, που με διάφορους τρόπους συνέβαλλαν στην αναβίωση των Ο.Α., αρχίζοντας από τον 18ο αιώνα. Δηλαδή δεν θα καταγραφούν μόνο οι Βλαχόφωνοι, αλλά όλοι με τη χρονική σειρά, που έζησαν και ασχολήθηκαν με το υπό έρευνα θέμα. Στη συνέχεια θα επισημανθούν οι προσωπικότητες που είχαν βλαχόφωνη καταγωγή. Έτσι ο αναγνώστης θα έχει μέτρο σύγκρισης, σε «ποιοτικά και ποσοτικά» χαρακτηριστικά. Με άλλα λόγια θα διαπιστωθεί αν υπήρξαν Βλαχόφωνοι σε όλη αυτή την προσπάθεια, πόσοι και σε τι βαθμό συνεισέφεραν.

Πολλές από τις πηγές που χρησιμοποιήθηκαν είναι πρωτογενείς (βιβλία της εποχής), όπου διατυπώνουν τις απόψεις και μας δίνουν πληροφορίες αυτόπτες μάρτυρες, ενώ παρατίθενται και απόψεις έγκυρων σύγχρονων συγγραφέων [8] .

Β. Αναφορές και προσπάθειες αναβίωσης από ελληνικής πλευράς πριν την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους

α. Προσφορά του εθνομάρτυρα Ρήγα Φεραίου στο Ολυμπιακό Κίνημα

Από ελληνικής πλευράς έχουμε αναφορές και προσπάθειες αναβίωσης του αρχαιοελληνικού αυτού θεσμού, ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα, δηλαδή περίπου 30 χρόνια πριν την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.

Το 1797 ο Εθνομάρτυρας Ρήγας Φεραίος (1757-1798), μετέφρασε σε έμμετρη απόδοση το δραματουργικό έργο «Ολύμπια» του Ιταλού Πιέτρο Μεταστάσιο. Για να τονώσει τη διαφωτιστική- εθνεγερτική εμβέλεια της μετάφρασης του, ο Ρήγας διασκευάζει το πρωτότυπο πλουτίζοντάς το με αναφορές στην αρχαιότητα, ιδιαίτερα στις υποσημειώσεις που συνοδεύουν το κείμενο. Ο Μ. Πλωρίτης σημειώνει ότι το έργο αυτό μεταξύ άλλων «ανταποκρινόταν και στην άλλη φιλοδοξία του Ρήγα, την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων κορυφαίας εκδήλωσης της ελληνικής αλκής, άμιλλας και ομοψυχίας» [9] .

Στα προλεγόμενα του ο Ρήγας σημειώνει [10] : «Ολυμπιακοί αγώνες λέγονται τα παιχνίδια ταύτα: δρόμος, δίαυλος, πάλη, δίσκος, άλμα, παγκράτιο και πυγμή». Στη συνέχεια, αφού εξηγεί τί είναι το καθένα από αυτά, προσθέτει: «Εκ τούτων, ο δρόμος, η πάλη, ο δίσκος, το άλμα και το παγκράτιον παίζονται μέχρι της σήμερον εις την Θεσσαλίαν και εις όλην την Ελλάδα».

Πέρα από το γεγονός ότι ο Ρήγας ασχολείται με τους Ο.Α., σε μια εποχή που ο πολύς κόσμος είχε πλήρη άγνοια για αυτούς, μας δίνει και σημαντικές πληροφορίες για τα παραδοσιακά αγωνίσματα των Θεσσαλών και των άλλων Ελλήνων συμπατριωτών του. Με άλλα λόγια μας πληροφορεί ότι οι Έλληνες στο διάβα των αιώνων έχουν συνέχεια και συνέπεια σε ότι αφορά τους αθλητικούς αγώνες, αφού στην εποχή του Ρήγα καλλιεργούν ένα είδος αρχαίου πεντάθλου (δρόμος, δίαυλος, πάλη, δίσκος, άλμα, παγκράτιο, πυγμή).

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το μεταφραστικό αυτό έργο εντάχθηκε στο δραματολόγιο των πρώτων ελληνικών θιάσων του νεοσύστατου κράτους, ενώ το νεοϊδρυθέν κρατικό θέατρο άρχισε τις παραστάσεις το 1836 με το έργο αυτό (Ολύμπια). Έτσι ο Ρήγας πέρα από το θούριο και τα άλλα « εθνεγερτικά σαλπίσματα» προετοίμασε το γένος και πολιτιστικά, προβάλλοντας τον αρχαιοελληνικό θεσμό των Ο.Α., αλλά και τον αθλητισμό γενικότερα. Μάλιστα σύμφωνα και με τον Αντώνιο Κορωνιό (φίλος του Ρήγα), σκοπός της μετάφρασης αυτής ήταν «να διαφωτίσει τους Έλληνες περί του ποιοι ήσαν άλλοτε και ποιοι είναι σήμερα».

(Ο Ρήγας Φεραίος είχε Βλαχόφωνη καταγωγή, από το Περιβόλι Γρεβενών)

Ας σημειωθεί ότι το μεταφραστικό αυτό έργο του Ρήγα τυπώθηκε, όπως τόσα άλλα, στη Βιέννη στο τυπογραφείο των αδελφών Μαρκίδων Πούλιου [11] οι οποίοι τύπωναν και εξέδιδαν και την πρώτη ελληνόγλωσση εφημερίδα (ΕΦΗΜΕΡΙΣ) και δεκάδες άλλα ελληνόγλωσσα βιβλία.

(Οι Μαρκίδες Πούλιου είχαν Βλαχόφωνη καταγωγή από τη Σιάτιστα)

β. Άλλες αναφορές και προσπάθειες αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων

Το 1797 στην κατεχόμενη από τους Γάλλους Κεφαλονιά και Ζάκυνθο, αλλά και λίγο αργότερα, το 1807 στην κατεχόμενη επίσης από τους Γάλλους Κέρκυρα διατυπώθηκαν απόψεις και προσπάθειες αναβίωσης των Ο.Α., χωρίς όμως να διοργανωθούν ποτέ τέτοιες εκδηλώσεις. Μάλιστα στην Κεφαλονιά ιδρύθηκε και ο σύλλογος «Ιακωβίνων», στα πρότυπα ενός ιταλικού επαναστατικού συλλόγου, οι οποίοι πρότειναν την αναβίωση των Ο.Α., την κατάργηση της χριστιανικής θρησκείας και την επαναφορά της αρχαίας θρησκείας του Δωδεκάθεου. Βεβαίως τίποτε απ' όλα αυτά δεν υλοποιήθηκε [12] . Δεν γνωρίζουμε αν σε αυτή την προσπάθεια συμμετείχαν Βλαχόφωνοι Έλληνες. Είναι όμως γνωστό ότι ιδιαίτερα στην Κέρκυρα κατέφυγαν κατά τον 17 ο και 18ο αιώνα αρκετοί επιφανείς Βλαχόφωνοι Ηπειρώτες. Επίσης είναι γνωστό ότι από την Μοσχόπολη, την πνευματική τότε πρωτεύουσα των Βαλκανίων (μια σχεδόν αμιγής βλαχούπολη), οι Βλάχοι μετέφεραν την τυπογραφική τέχνη στα Ιόνια νησιά.

Το 1800 ο μέγας διδάσκαλος του γένους και αρχιεπίσκοπος Ευγένιος Βούλγαρης (1716-1806) σε αρκετά μεγάλη ηλικία (80 χρονών) μεταφράζει το εμπεριστατωμένο βιβλίο του Ιταλού γιατρού Ιερώνυμου Μερκουριάλη (1530-1606), με τίτλο «Η τέχνη της γυμναστικής». Ήταν ένα σύγγραμμα, το οποίο περιλάμβανε τις απόψεις των αρχαίων Ελλήνων σοφών για τη γυμναστική (Πλάτων, Αριστοτέλης, Ιπποκράτης, Γαληνός κτλ.).

Για το έργο αυτό του Μερκουριάλη ο Ι. Χρυσάφης σημειώνει μεταξύ άλλων [13] . «Κατά θαυμαστάς όντως φιλοπονίας και ευσυνειδησίας εξηρεύνησεν ο Μερκουριάλης άπαντας τους αρχαίους συγγραφείς και συνέλεξε παν ότι εν αυτοίς εσώζετο περί αρχαίας Γυμναστικής».

Με τη μετάφραση λοιπόν αυτή ο Ευγένιος Βούλγαρης επαναφέρει στη ζωή των Νεοελλήνων το κυριότερο συστατικό του πολιτισμού των προγόνων των, δηλαδή τη γυμναστική και μαζί με αυτή τους εξοικειώνει με τον αρχαιοελληνικό θεσμό των Ολυμπιακών Αγώνων.

(Ο Ευγένιος Βούλγαρης ήταν από την Κέρκυρα, αλλά είχε ηπειρωτική βλαχόφωνη καταγωγή)

Το 1806 εκδίδεται στη Βενετία το βιβλίο «Ελληνική Νομαρχία» αφιερωμένο στον μεγάλο Ρήγα Φεραίο και γραμμένο από ανώνυμο λόγιο Έλληνα του απόδημου Ελληνισμού [14] . Το πολιτικό αυτό μανιφέστο, που είναι μεταξύ άλλων ένας ύμνος στην Ελευθερία, υπενθυμίζει στους Νεοέλληνες κάθε λίγο και λιγάκι τους αρχαίους προγόνους και τον άφθαστο πολιτισμό, κύριο χαρακτηριστικό του οποίου είναι η φυσική αγωγή, ο αθλητισμός, αλλά και οι Πανελλήνιες αθλητικές και πολιτιστικές γιορτές. Σύμφωνα με την άποψη των ειδικών, ο πιο πιθανός συντάκτης της "Ελληνικής Νομαρχίας" είναι ο Ιωάννης Κωλέττης, η ο Χριστόφορος Περαιβός. Και οι δύο συμβαίνει να είναι Bλαχόφωνοι, ο πρώτος από τους Συρράκο και ο δεύτερος από τον Τύρναβο. Να σημειωθεί ότι ο Περαιβός ήταν σύντροφος του Ρήγα και είχε συλληφθεί μαζί του, αλλά ύστερα από πολλές ανακρίσεις αφέθηκε ελεύθερος, επειδή ήταν Γάλλος υπήκοος.

Όλες οι μέχρι τώρα αναφορές στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, τον αρχαίο αθλητισμό και τους Ολυμπιακούς Aγώνες αποτελούν μια πρώτη προπαρασκευαστική περίοδο, η οποία ενισχύθηκε και από κάποιες αναφορές ή και προσπάθειες ανασκαφής και ανάδειξης του αρχαίου αυτού πολιτισμού από κάποιους ξένους (κυρίως Γάλλους και Γερμανούς). Κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής είναι η έλλειψη ελληνικού κράτους, γι’ αυτό άλλωστε, οι αναφορές αυτές πραγματοποιήθηκαν κυρίως από λόγιους του απόδημου Ελληνισμού.

 

Β. ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΟΥΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΑΝΑΒΙΩΣΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

α. Ιωάννης Κωλέττης, Παναγιώτης Σούτσος

Ιωάννης ΚωλέττηςΑπό τότε που το νεοελληνικό κράτος άρχισε να συγκροτείται και να αναγνωρίζεται, αρχίζει μια δεύτερη περίοδος πιο συγκεκριμένη και πιο αποτελεσματική, η οποία οδήγησε στην ίδια την αναβίωση των Ο.Α., πρώτα με τις Ζάππειες Ολυμπιάδες (εθνικό επίπεδο) και στην συνέχεια με τους διεθνείς Ο.Α. του 1896.

Ας σημειωθεί ότι οι Ελληνικές τοπικές κοινωνίες δεν είχαν πάψει ποτέ να διοργανώνων αθλητικούς αγώνες, τόσο στο Βυζάντιο, όσο και στην Τουρκοκρατία. Έτσι οι αρχαίες πανήγυρεις που ήταν αφιερωμένες σε κάποιο αρχαίο θεό μεταφέρθηκαν από τα αρχαία στάδια, στις αυλές των χριστιανικών εκκλησιών υπό την σκέπην όμως κάποιου Αγίου (κυρίως του Αγίου Γεωργίου).

Το 1833 ο λόγιος- δημοσιογράφος Παναγιώτης Σούτσος (1806-1868) πραγματοποιεί το πιο ουσιαστικό βήμα προς την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, αφού έμμεσα, αλλά σαφέστατα τους πρότεινε και μαζί με αυτούς την καθιέρωση της 25ης Μαρτίου ως εθνικής γιορτής. Δημοσιεύει μια ποιητική σειρά με τον τίτλο «Νεκρικοί Διάλογοι», όπου αναφέρεται (μεταφορικά) σε τρεις διαφορετικές εποχές του Ελληνισμού. Εκεί εμφανίζεται ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης και με ύφος κριτικό επιπλήττει τους κυβερνήτες Νεοέλληνες ως εξής [15] :

«... αν εδύνατο στην γην σας η σκια μας να πετάξει

προς τους υπουργούς του θρόνου ήθελε με τόλμη κράξει

Αφετε τα μικρά πάθη της ματαίας έριδάς σας

Δεν μελέγετε που είναι οι αρχαίοι αγώνες:

οι ωραίοι σας που είναι Ολυμπιακοί αγώνες...».

Στις 22-1-1835 ο Σούτσος και ο Κωλέττης συνέταξαν ένα μακροσκελέστατο υπόμνημα, το οποίο παρέδωσαν στον Βασιλιά Όθωνα, ο οποίος είχε αφιχθεί στην Ελλάδα μόλις ένα χρόνο νωρίτερα. Εκεί έκαναν αναφορά στη μεγαλοπρέπεια των αρχαίων Ο.Α., ενώ πρότειναν την 25η Μαρτίου ως εθνική εορτή και παράλληλα την αναβίωση των Ο.Α. Στο ίδιο υπόμνημα συντάσσουν με κάθε λεπτομέρεια το πρόγραμμα και τα αγωνίσματα των προτεινόμενων αγώνων [16] . Να σημειωθεί ότι την εποχή αυτή ο Κωλέττης ήταν υπουργός Εσωτερικών, ενώ ο Σούτσος ειδικός γραμματέας του.

(Όπως προαναφέρθηκε ο Κωλέττης είχε Βλαχόφωνη καταγωγή από το Συρράκο, αλλά και ο Σούτσος, με μακρινές ρίζες στην Ήπειρο).

Το 1835 στην εκδήλωση για την ενηλικίωση και ενθρόνιση του Όθωνα ο Κωλέττης, που ήταν υπουργός Εσωτερικών, διοργανώνει αθλητικούς αγώνες στα πρότυπα των αρχαίων Ο.Α. Η προσπάθεια αυτή του Κωλέττη υποβαθμίστηκε από την αντιβασιλεία (ιδιαίτερα από τον Kobell & Rundhard) γι' αυτό δεν είχε καμία ιδιαίτερη επιτυχία [17] . Ο Γερμανός Βόλφγκανγκ Ζάϊτλ μεταφέροντας την άποψη του συμπατριώτη του Λούντβιχ Ρος, ο οποίος έζησε από κοντά την ενθρόνιση του Όθωνα και τους «Ολυμπιακούς Αγώνες του Κωλέττη», σημειώνει [18] :

«Η ενθρόνιση δεν έγινε πολύ αντιληπτή. Ο Κωλέττης είχε διατάξει ως υπουργός Εσωτερικών τη διεξαγωγή ενός είδους Ολυμπιακών αγώνων με τρέξιμο, πάλη και δισκοβολία στο υπαίθριο και είχε ανακαλύψει μερικούς απατεώνες σαν υποψήφιους Ολυμπιονίκες, αλλά το σχέδιό του απέτυχε οικτρά, το αποτέλεσμα ήταν να γελοιοποιηθεί...».

Πέρα από το αν οι αγώνες αυτοί απέτυχαν πραγματικά, γεγονός είναι ότι ο Κωλέττης είχε την πρωτογενή ιδέα να τους ονομάσει Ο.Α Έτσι έστω κι αν « το σχέδιό του απέτυχε οικτρά», έστω κι αν «γελοιοποιήθηκε», όπως γράφει ο αυτόπτης μάρτυρας Ρος αναβίωσε για πρώτη φορά σε ελληνικό έδαφος τον αρχαιοελληνικό θεσμό των Ολυμπιακών Αγώνων .

Βέβαια στο κείμενο του Βαυαρού Ρος διαβλέπει κανείς μια ειρωνεία, ίσως και χαιρεκακία για την αποτυχία αυτή. Η στάση αυτή των Βαυαρών και ιδιαίτερα της αντιβασιλείας απέναντι στον Κωλέττη δεν είναι καθόλου αδικαιολόγητη, αφού γνώριζαν πολύ καλά πόσο διορατικός ήταν και πόσο εύκολα θα μπορούσε να αποκτήσει δύναμη και επιρροή στα ελληνικά πράγματα. Άξιο προσοχής είναι το γεγονός ότι η ελληνική βιβλιογραφία δεν αναφέρεται καθόλου στους «Ολυμπιακούς του κωλέττη». Η εφημερίδα της εποχής «Εθνική», την οποία μνημονεύει ο Π. Σαμαράς αναφέρεται στους αγώνες αυτούς ως εξής: « Τας τρεις ερχομένας ημέρας θέλουν γίνει αγώνες: την 21 δρόμος, την 22 πήδημα και την 23 ιπποδρομία, οι νικηταί θέλουν λάβει βραβεία ». Για το ίδιο θέμα η εφημερίδα «Σωτήρ» σημειώνει: «Την 21 Μαΐου άρχισαν κατά το πρόγραμμα οι αγώνες, το πρώτον βραβείον έλαβεν εις Τριπολιτσιώτης δια την ταχύτηταν των ποδιών του».

(Ύστερα από τα παραπάνω είναι φανερό ότι και στην παραπάνω σημαντική προσπάθεια ένας Βλαχόφωνος πρωτοστάτησε, δηλαδή ο Ι. Κωλέττης).

 

β. Άλλες αναφορές

Το 1837 σε Β.Δ. του Βασιλιά Όθωνα, που αναφέρεται στη συγκρότηση ειδικής 12μελούς επιτροπής, η οποία θα μεριμνούσε για την εμψύχωση και διοργάνωση εκθέσεων για την Βιομηχανία, Γεωργία και Κτηνοτροφία, παρεμβάλλεται και ειδικό άρθρο (το 34ο ) για την διοργάνωση αθλητικών αγώνων χωρίς να τους ονομάζει Ολυμπιακούς, ενώ δεν είναι γνωστό αν οι αγώνες αυτοί τελέστηκαν έστω και μια φορά [19] .

Το 1838 ο Δήμος Λετρινών της Ολυμπίας έχοντας υπόψη αυτό το Βασιλικό Διάταγμα και με αφορμή την καθιέρωση της 25ης Μαρτίου ως εθνικής εορτής, αποφασίζει την ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων. Ο Ι. Χρυσάφης, που μας δίνει αυτή την πληροφορία, εκφράζει συγχρόνως και επιφυλάξεις ως προς το εάν αυτοί οι αγώνες διοργανώθηκαν έστω και μια φορά [20] .

Το 1843 και 1844 στις εφημερίδες «Αιών» και «Συνένωσις» ο Π. Σούτσος επανέρχεται στο προσφιλές του θέμα δηλαδή της αναβίωσης των Ο.Α. και το υπενθυμίζει στον Κωλέττη, ο οποίος από το 1844 είχε γίνει πρωθυπουργός της Ελλάδας (ο πρώτος συνταγματικός). Στην εφημερίδα «Συνένωσις», την οποία εξέδιδαν οι αδελφοί Σούτσοι Αλέξανδρος και Παναγιώτης γράφει στις 9/9/1844, μεταξύ άλλων, ο δεύτερος [21] : «Είθε ο Ιώαννης Κολέττης να ενθυμηθεί το σχέδιον το οποίον εις αυτόν εδώκαμεν (ως) Γραμματέα των Εσωτερικών κατά το 1835, το σχέδιον των Ολυμπιακών Αγώνων και να επαναγάγη μιαν ημέραν την παλαιάν Ελλάδα εις την νέαν».

Ευαγγέλης ΖάππαςΓ. Ο ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΖΑΠΠΑΣ ΘΕΣΜΟΘΕΤΕΙ ΤΗΝ ΑΝΑΒΙΩΣΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΠΑΚΤΩΛΟ ΧΡΗΜΑΤΩΝ

Οι εφημερίδες των Σούτσων και τα συγκεκριμένα άρθρα, που έφθασαν την εποχή αυτή και στον απόδημο στη Ρουμανία Ευάγγελο Ζάππα (Βλαχόφωνο από το Λάμποβο της Ηπείρου), βρήκαν την πιο ενθουσιώδη ανταπόκριση. Ο Ζάππας συνέλαβε την ιδέα της αναβίωσης και της χρηματοδότησης των Ο.Α. ήδη από το 1843, αλλά λόγω των δυσμενών καταστάσεων (επανάσταση για το σύνταγμα, επανάσταση του 1853 κτλ.) πραγματοποιεί το μεγάλο όνειρο το 1856 [22] . Στέλνει λοιπόν ένα εμπεριστατωμένο έγγραφο - πρόταση μέσω του ελληνικού προξενείου του Βουκουρεστίου στο Βασιλιά Όθωνα, ο οποίος, όταν το έλαβε, το έδωσε στον Υπουργό Εξωτερικών και λόγιο της εποχής Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή. Με λίγα λόγια ο ευπατρίδης Ζάππας προτείνει την αναβίωση των Ο.Α. και διαθέτει για τον σκοπό αυτό μια κολοσσιαία περιουσία (τα κέρδη και τους τόκους 400 μετοχών της Ατμοπλοϊκής εταιρίας και 3000 καισαροβασιλικά φλωρία) [23] .

Τόσο ο βασιλιάς, όσο και ο Ραγκαβής δεν είδαν την επιστολή με σοβαρότητα και ενδιαφέρον. Πάραυτα ο Ραγκαβής απάντησε στο Ζάππα αντιπροτείνοντας του να διαθέσει τα λεφτά του μόνον για την ίδρυση έκθεσης βιομηχανικών, γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων [24] . Τελικά ύστερα από την ανταλλαγή κάποιων επιστολών, όπου φαίνεται από τη μια πλευρά η κυβερνητική αδιαφορία για την αναβίωση του αρχαιοελληνικού θεσμού και από την άλλη η επιμονή, το πύρωμα της ψυχής και ο άκρατος Ελληνισμός του Ζάππα, οι δύο πλευρές συμφώνησαν σε μια μέση λύση. Κάθε τέσσερα χρόνια να διοργανώνεται μια εμπορική έκθεση με την επωνυμία « Ολύμπια» ενώ την τελευταία ημέρα (Κυριακή) θα διεξάγονται και αθλητικοί Ολυμπιακοί Αγώνες [25] . Για το σκοπό αυτό ιδρύεται και η «Επιτροπή των Ολυμπίων», η οποία δυστυχώς στα χρόνια που ακολούθησαν περισσότερο "φυτοζωούσε" και λιγότερο λειτουργούσε.

Δ' Ολυμπιάς 1888Παρά τις προτροπές του Ζάππα να αρχίσουν το δυνατόν νωρίτερα τα «Ολύμπια», τελικά το Δεκέμβριο του 1859 έχουμε την πρώτη τέλεσή τους. Δυστυχώς ο θεσμός αυτός δεν ήταν δυνατόν να διοργανωθεί απαρέγκλιτα κάθε τέσσερα χρόνια. Έτσι, κάτω από διάφορες συνθήκες διοργανώθηκαν συνολικά τέσσερις φορές τα «Ολύμπια του Ζάππα» ή «Ζάππειες Ολυμπιάδες» (1859, 1870, 1875, 1889) [26] . Παρά το γεγονός ότι ο Ευάγγελος Ζάππας και στη συνέχεια ο άμεσος συνεργάτης του και ξάδελφος Κωνσταντίνος Ζάππας (1814-1890) είχαν την πρόθεση να διαθέσουν για το σκοπό αυτό τα λεφτά τους, οι Ελλαδίτες βουτηγμένοι στα μικροκομματικά, την αθηναιοκεντρική νοοτροπία και την κοντόφθαλμη πολιτική κωλυσιεργούσαν [27] . Έτσι, από ένα χρονικό διάστημα και μετά «ξύπνησε’ η Ρουμανία και άρχισε να δημιουργεί προβλήματα στην εισροή κεφαλαίων, ενώ λίγο αργότερα δήμευσε την κολοσσιαία περιουσία των Ζαππαίων (1892), κάτι που δημιούργησε και μεγάλα προβλήματα μεταξύ των δύο χωρών, με προεκτάσεις στη δήθεν ρουμανική μειονότητα των Βλαχόφωνων Ελλήνων [28] .

Ολύμπια του 1859Τελικά, η μικρή τότε Ελλάδα μπορεί να μην κέρδισε όλη την περιουσία των ευπατρίδων Ζαππαίων, που τόσο απλόχερα και επίμονα προσέφεραν, κέρδισε όμως κάτι άλλο πιο σημαντικό. Κέρδισε δηλαδή την αναβίωση ενός αρχαιοελληνικού θεσμού, ο οποίος, πέρα από το ότι σφυρηλάτησε το όμαιμο, το ομόγλωσσο και ομόδοξο των Νεοελλήνων, (όπως στην αρχαία εποχή), έγινε λίγο αργότερα, με τη θεσμοθέτηση των διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων και πανανθρώπινος, οικουμενικός θεσμός. Και βέβαια τα οφέλη για την πατρίδα μας δεν είναι μόνον αυτά, διότι επεκτείνονται στον εμπορικό, πολιτιστικό, εκπαιδευτικό και αθλητικό τομέα. Μάλιστα για την προσφορά στη φυσική αγωγή και τον αθλητισμό του Ε. Ζάππα, ο Π. Μανιτάκης μεταξύ άλλων σημειώνει [29] : "Δικαίως λοιπόν ο Ε. Ζάππας θεωρείται μέγας της αγωνιστικής ευεργέτης και σημαντικός συντελεστής στην προσπάθεια της νεοελληνικής αθλητικής αναγέννησης..."

Εκτός όλων αυτών από την προσφορά αυτή των Ζαππαίων έμεινε μεταξύ άλλων το περικαλλές στολίδι «Ζάππειο Μέγαρο» (εγκαινιάσθηκε το 1888) και το αρχαιότερο γυμναστήριο των Αθηνών το «Γυμναστήριο Φωκιανός» (εγκαινιάσθηκε το 1875).

(Τα ξαδέλφια Ευάγγελος και Κωνσταντίνος Ζάππας είχαν Βλαχόφωνη καταγωγή από το Λάμποβο της Ηπείρου).

 

β. Άλλες προσωπικότητες που συνέβαλλαν στην αναβίωση των Ο.Α.

Σίμων ΣινάςΜε την προσπάθεια αναβίωσης αμιγών Ο.Α. εκ μέρους του Ε. Ζάππα συνδέθηκε και ο γνωστός λόγιος της εποχής αυτής Μηνάς Μινωίδης (1790-1860) [30] . Με πύρινα άρθρα ασκούσε κριτική στο νεοελληνικό κράτος και το προέτρεπε να διοργανώσει μόνον αγωνιστικούς και πολιτιστικούς Ο.Α. και όχι εμπορικές εκθέσεις, τις οποίες μπορεί η κάθε χώρα να διοργανώσει. Στην προσπάθεια του να πείσει την ελληνική κυβέρνηση δεν έμεινε στα απλά λόγια και στις ομιλίες. Το 1858 μεταφράζει και εκδίδει το βιβλίο του Φιλόστρατου « Περί γυμναστικής» [31] με χορηγία του Βαρώνου Σίμωνα Σίνα. Ο τελευταίος, μεταξύ άλλων υπήρξε ιδρυτής- χορηγός της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ ο πατέρας του Γεώργιος υπήρξε ιδρυτής- χορηγός του Αστεροσκοπείου.

Στο εισαγωγικό μέρος του βιβλίου αυτού ο Μινωίδης αφιερώνει αρκετά στον χορηγό Σ. Σίνα και τονίζει την ανάγκη να αναπτυχθεί στην Ελλάδα η φυσική αγωγή και ο αθλητισμός. Παράλληλα, παραθέτει και ειδικό απόσπασμα όπου αναφέρεται στην δωρεά του Ζάππα με τα πιο κολακευτικά λόγια, ενώ με εμπεριστατωμένα στοιχεία προσπαθεί να πείσει τους Έλληνες κρατούντες ότι είναι η μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα να αναδείξει αυτό που δεν έχει κανείς άλλος λαός, δηλαδή τους Ολυμπιακούς Αγώνες [32] .

Ο Μηνάς Μινωίδης ήταν Βλαχόφωνος από τη Βέροια, ενώ η οικογένεια Σίνα επίσης Βλαχόφωνη από τη Μοσχόπολη.

Την ίδια άποψη για τους Ο.Α. εξέφραζε το 1884 και ο Χρήστος Ζάππας όταν δημοσίευε σε συνέχειες στο ελληνογαλλικό περιοδικό «L' orient» [33] . Ο Δολιανίτης σημειώνει ότι ο παραπάνω απόδημος Έλληνας είχε σχέσεις με τον Βικέλα και επικοινωνούσε μαζί του [34] .

(Ο Χρήστος Ζάππας ήταν Βλαχόφωνης καταγωγής από το Λάμποβο, ανιψιός των Ζαππαίων και γραμματέας τους).

Οι απόψεις αυτές των Ελλήνων λογίων (Μ. Μηνωίδη, Χ. Ζάππα) για την αξία των αρχαίων Ο.Α. και την ανάγκη αναβίωσης αυτών, αλλά και η ίδια η αναβίωση αυτών σε τοπικό επίπεδο έφθασαν λίγο αργότερα στα αυτιά και στην ψυχή του Γάλλου Βαρόνου Πιερ Ντε Κουπερτέν, ο οποίος ξεκίνησε, όπως θα φανεί σε ειδικό άρθρο με τίτλο « Συνεισφορά των Βλαχόφωνων Ελληνων στην αναβίωση των πρώτων διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων (Αθήνα 1896)», ένα νέο αγώνα για την θεμελίωση των διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων.

Τέλος με την τέταρτη και τελευταία «Ζάππεια Ολυμπιάδα» (1889), τελείωσε η εποχή των τοπικών (Πανελλήνιων) Ο.Α., η οποία αποτέλεσε τον προπομπό των Διεθνών Ο.Α., που διοργανώθηκαν επτά χρόνια αργότερα στην ίδια χώρα και βέβαια στην ίδια πόλη.

Συμπέρασμα

Τόσο, πριν την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, όσο και μετά, κάποιοι φωτισμένοι Έλληνες, κυρίως της διασποράς, εμφορούμενοι από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, αλλά και από το διακαή πόθο να διαφωτίσουν τους συμπατριώτες τους και να αναδείξουν τις αρετές της φυλής, πρωτοστάτησαν με τις ιδέες τους, τα γραπτά τους και τα λεφτά τους στην αναβίωση, θεσμοθέτηση και χρηματοδότηση των εθνικών- τοπικών Ολυμπιακών Αγώνων. Έναν θεσμό που εμπεριέχει από την ίδρυσή του την ειρήνη, τη συμφιλίωση, την καταλαγή και την ευγενή άμιλλα. Καθοριστικό ρόλο στην αναβίωση του παραπάνω θεσμού έπαιξαν οι εξής: Ρήγας Φεραίος, Παναγιώτης Σούτσος, Κωλέττης Ιωάννης, Ευάγγελος και Κωνσταντίνος Ζάππας. Όλοι αυτοί ήταν Βλαχόφωνοι κυρίως της διασποράς.

 

ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΒΛΑΧΟΦΩΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΑΒΙΩΣΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΣΤΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ
Βασίλης Καϊμακάμης, Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΦΑΑ-ΑΠΘ
17ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Ιστορίας, Λαογραφίας, Βλάχικης Παραδοσιακής Μουσικής και Χορών.
Δήμος Παύλου Μελά, Θεσ/νίκη, 19 & 20 Νοεμ. 2016.

 

Βιβλιογραφία

-Decker W., Die Wiederbelebung der Olympischen Spiele, Verl. Franz Philipp Rutzen, Mainz und Ruhpolding 2008.

-Popplow U., Leibesübungen und Leibeserziehung in der griechischen Antike, Schorndorf 1959.

-Seitl W., Βαυαροί στην Ελλάδα, επιμέλεια, επιμέλεια: Κ.Π. Δεμερτζής, ελληνική ευρωεκδοτική, 1984.

-Αλμπανίδης Ε., Ιστορία της άθλησης στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, Θεσσαλονίκη 2004.

-Ανώνυμου του Έλληνος, Ελληνική Νομαρχία. Ο πρωτότυπος τίτλους είναι: « ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑ, ήτοι Λόγος Περί ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ» ΠΑΡΑ ΑΝΩΝΙΜΟΥ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΣ, Εν Ιταλία 1806.

-Γιαλούρης Ν., Ολυμπία, Οδηγός του Μουσείου και του Ιερού, εκδ. Αθηνών ΑΕ, Αθήνα 1999.

-Λάμπρου Δ., «Εκβαρβαρισμός του Ολυμπιακού πνεύματος», Δαυλός, 105(1990).

-Γιαννάκης Θ., «Ευάγγελος Ζάππας-Αναβίωση των Ολυμπιακών αγώνων"», 2 (2000) 34, Αθλος και πολιτισμός.

-Γιάτσης Σ., Ιστορική επισκόπηση της φυσικής αγωγής κα του αθλητισμού στον ελληνικό κόσμο, εκδ. Χριστοδουλίδη, Θεσσαλονίκη 2006, σσ. 159-204.

-Δολιανίτης Γ. 100 χρόνια ΔΟΕ 1894-1994, 115

-Εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα» τόμ. 42, 223.

-Εφημερίδα «Καθημερινή»- Ένθετο 7 ημέρες (22-3-1998, 31).

-Καϊμακάμης Β., «Η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων και η προσφορά των Βλαχόφωνων Ελλήνων σ’ αυτή» Τρικαλινά, 22:31-46, 2002.

-Καϊμακάμης Β., Προσφορά των Βλαχόφωνων Ελλήνων στην αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων Θεσ/νίκη 2002.

Καϊμακάμης Β., Ειδικά θέματα Ολυμπιακών Αγώνων, Θεσσαλονίκη 2012.

-Κουρτεσίδης Η., «Ελληνισμός και Οικουμενικότητα», Ελληνικό Παρατηρητήριο, 39(2008)20-25.

-Μανιτάκης Π., 100 χρόνια νεοελληνικού αθλητισμού, Αθήνα 1962.

-Μέρτζος Ν., Αρμάνοι, Οι Βλάχοι, Θεσσαλονίκη 2001.

-Μουρατίδης Ι., Ιστορία φυσικής αγωγής και αθλητισμού του αρχαίου κόσμου, εκδ. Πλάτων, Θεσσαλονίκη 2008.

-Παπαζήσης , Δ ., Βλάχοι , (Κουτσόβλαχοι), Ηπειρωτική Εστία 1975.

-Πλωρίτης Μ., «Ο Ρήγας, το θέατρο και οι Ολυμπιακοί Αγώνες», Εφημ. «ΤΟ ΒΗΜΑ» 16-1-1998

-Σαμαράς Π., Η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα, 9,10.

-Σκιαδάς Ε., 100 νεότερη ελληνική ολυμπιακή ιστορία, εκδ. «Τα Νέα», Αθήνα 1996.

-Ξενοφών, Λακεδαιμονίων Πολιτεία, 2.10, 2.11.

-Πλούταρχος, Λυκούργος 16.

-Χρυσάφης Ι., Η γυμναστική των Αρχαίων, Αθήνα 1965.

-Χρυσάφης Ι., Οι σύγχρονοι διεθνείς Ολυμπιακοί αγώνες, Αθήνα 1930.

 

 



[1] Popplow U., Leibesübungen und Leibeserziehung in der griechischen Antike , Schorndorf 1959, ss. 111-124./ Μουρατίδης Ι., Ιστορία φυσικής αγωγής και αθλητισμού του αρχαίου κόσμου, εκδ. Πλάτων, Θεσσαλονίκη 2008, σ. v.

[2] Πλούταρχος, Λυκούργος 16./ Ξενοφών, Λακεδαιμονίων Πολιτεία, 2.10, 2.11./ Μουρατίδης, Ιστορία φυσικής αγωγής και αθλητισμού του αρχαίου κόσμου, Θεσσαλονίκη 2008, σσ. 119-129.

[3] Αλμπανίδης Ε., Ιστορία της άθλησης στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, Θεσσαλονίκη 2004, σσ. 111-118.

[4] Περισσότερα για τους Ολυμπιακούς στο: Μουρατίδης, ο.π., σσ.161-362./ Popplow, ο.π., σσ. 127-137./ Decker W., Die Wiederbelebung der Olympischen Spiele Verl. Franz Philipp Rutzen, Mainz und Ruhpolding 2008, s. 32./ Γιάτσης Σ., Ιστορική επισκόπηση της φυσικής αγωγής κα του αθλητισμού στον ελληνικό κόσμο, εκδ. Χριστοδουλίδη, Θεσσαλονίκη 2006, σσ. 159-204./ Χρυσάφης Ι., Η γυμναστική των Αρχαίων, Αθήνα 1965./ Καϊμακάμης Β., Ειδικά θέματα Ολυμπιακών Αγώνων, Θεσσαλονίκη 2012. Γιαλούρης Ν., Ολυμπία, Οδηγός του Μουσείου και του Ιερού, εκδ. Αθηνών ΑΕ, Αθήνα 1999./ Λάμπρου Δ., «Εκβαρβαρισμός του Ολυμπιακού πνεύματος», Δαυλός, 105(1990).

[5] Μουρατίδης, ο.π., σσ. 416, 476-478./ Popplow, ο.π., ss. 159-166.

[6] Χρυσάφης Ι., Η γυμναστική των Αρχαίων, εκδ. ΕΑΣΑ Αθηνών, Αθήνα 1965, σσ. 409-480. Αρβιλέρ, ο.π., Βυζάντιο:Η χριστιανική αυτοκρατορία, σσ. 52,177, 219./ Κουρτεσίδης Η., «Ελληνισμός και Οικουμενικότητα», Ελληνικό Παρατηρητήριο, 39(2008)20-25./ Decker W., Die Wiederbelebung der Olympischen Spiele , Verl. F. Philipp Rutzen, Mainz und Ruhpolding 2008, s. 37.

[7] Decker, ο.π., σσ. 49, 51, 59.

[8] Βιβλιογραφία και αναλυτικές παραπομπές της παρούσας εργασίας παρατίθενται επίσης στο βιβλίο του συγγραφέα με τίτλο: Προσφορά των Βλαχόφωνων Ελλήνων στην αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων », Θεσ/νίκη 2002 και στο άρθρο: «Η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων και η προσφορά των Βλαχόφωνων Ελλήνων σ’ αυτή», Τρικαλινά, 22:31-46, 2002.

[9] Εφημ. Καθημερινή- Ένθετο 7 ημέρες (22-3-1998, 31)./ Ε. Σκιαδάς, 100 χρόνια νεότερη ελληνική ολυμπιακή ιστορία, εκδ. «Τα Νέα», Αθήνα 1996, σ. 26.

[10] Μ. Πλωρίτης, "Ο Ρήγας, το θέατρο και οι Ολυμπιακοί Αγώνες",Εφημ."ΤΟ ΒΗΜΑ" 16-1-1998

[11] Τα αδέρφια, Πούλιος και Γεώργιος, εγκαταστάθηκαν στη Βιέννη το 1776 και πήραν την αυστριακή υπηκοότητα. Νωρίτερα είχε εγκατασταθεί στην αυστριακή πρωτεύουσα ο πατέρας τους, Μάρκος Πούλιου, ο οποίος ήταν έμπορος. Ο Πούλιος εργάστηκε ως εφοριακός υπάλληλος και ο Γεώργιος ως εμπορομεσίτης ανατολικών ειδών. Από το 1790 ασχολήθηκαν με την τυπογραφία και την έκδοση βιβλίων.

[12] Θ .Γιαννάκης, «Ευάγγελος Ζάππας-Αναβίωση των Ολυμπιακών αγώνων"», Άθλος και πολιτισμός, 2 (2000)34./ Π. Σαμαράς, Η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα, σσ. 9,10./ Ε. Σκιαδάς, ό.π., σσ. 26, 27.

[13] Ι. Χρυσάφης, Η γυμναστική των αρχαίων, σ. 426.

[14] Ανώνυμου του Έλληνος, Ελληνική Νομαρχία. Ο πρωτότυπος τίτλους είναι: «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑ, ήτοι Λόγος Περί ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ» ΠΑΡΑ ΑΝΩΝΙΜΟΥ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΣ, Εν Ιταλία 1806.

[15] Ε.Σκιαδας, ό.π., σ. 28/ Θ. Γιαννάκης, ό.π./ Π. Σαμαράς ό.π.

[16] Π. Σαμαράς, ό.π.

[17] W. Seitl, Οι Βαυαροί στην Ελλάδα, σ. 167.

[18] ό.π.

[19] Ι. Χρυσάφης, Οι σύγχρονοι διεθνείς Ολυμπιακοί αγώνες, σσ. 16,17

[20] ό.π. 17

[21] Π. Σαμαράς, ό.π., 19 (από Δ. Πικραμένου-Βάρφη, Αναβίωση της Ολυμπιακής Ιδέας, 19ος - 20ος αιώνας,20)

[22] Ι. Χρυσάφης, ό.π., 24,25./ Ε. Σκιαδάς ό.π. 34,35./ Σ. Γιατσης, ό.π., 224,225./ Θ. Γιαννάκης, ό.π., 35.

[23] Ι. Χρυσάφης, ό.π.,25./ Θ. Γιαννάκης, ό.π./ Σ. Γιάτσης, ό.π.

[24] Π. Σαμαράς, ό.π., 20,21./ Ε. Σκιαδάς, ό.π., 34,35

[25] Π. Σαμαράς, ό.π., 20,24./ Θ. Γιαννάκης, ό.π.

[26] Β. Καϊμακάμης, ό.π./ Ι. Χρυσάφης, ό.π., σσ. 20-80.

[27] Ο Ε. Ζάππας επέμεινε να αρχίσουν οι Αγώνες το δυνατόν νωρίτερα, διότι ήθελε να παραστεί και ο ίδιος (τελικά δεν ήρθε ποτέ ξανά, αφού πέθανε το 1865), αλλά και διέβλεπε ίσως ότι η Ρουμανία θα συγκροτηθεί σε κανονικό κράτος και θα διεκδικήσει την περιουσία. Ο Κ. Ζάππας παραβρέθηκε στα εγκαίνια του Ζαππείου Μεγάρου (1888), ενώ όταν πέθανε (1890), είχε τεράστια προβλήματα με το ρουμανικό κράτος, το οποίο προσπαθούσε πάση θυσία να πάρει την κολοσσιαία περιουσία, κάτι βέβαια που το κατάφερε το 1892.

[28] Ν. Μέρτζος, Αρμάνοι, Οι Βλάχοι, σσ. 93,16.

[29] Π. Μανιτάκης, 100 χρόνια νεοελληνικού αθλητισμού, σ. 25

[30] Δ.Παπαζήσης, Βλάχοι (Κουτσόβλαχοι),81./ Εγκυκλοπαίδεια "Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα" τόμ. 42, 223.

[31] Ι.Χρυσάφης, ό.π., 26- Ε. Σκιαδάς, ό.π., 35

[32] Ι.Χρυσάφης, ό.π., 26-29

[33] Ε. Σκιαδάς, ό.π.

[34] Γ. Δολιανίτης, 100 χρόνια ΔΟΕ 1894-1994, 115

Αναζήτηση