Η «Καλαρρυτινή αργυροτεχνία» και οι περιώνυμοι τεχνίτες του ασημιού. Από την Πίνδο στη φιλόξενη Ζάκυνθο και στην Οικουμένη.

Ασημένια επίχρυση ζώνη (αχοιβάδα) από τους Καλαρρύτες, τέλη 18ου αιώνα. Συλλογή Φώτη ΡαπακούσηΣτ' απότομα και απόκρημνα αντερείσματα των δυτικών πλευρών της Πίνδου, πάνω σε βράχους κοφτερούς και αγρίους, πού κάνουν το ανέβασμα εξαιρετικά δύσκολο κι επικίνδυνο, στα όρια της Ηπείρου προς τη Θεσσαλία βρίσκεται εγκατεστημένο σε υψόμετρο περίπου 1200 μ. το ιστορικό κεφαλοχώρι Καλαρρύτες.

Στα ανατολικά τους οι ψηλότερες κορυφές των Τζουμέρκων, βορειο Δυτικά το Περιστέρι πίσω τους ο Μπάρος. Μπροστά τους το φαράγγι του Καλαρρύτικου. Αυτό είναι το σκηνικό στο οποίο εγκαταστάθηκαν πριν από αιώνες, έζησαν, δημιούργησαν και σε ορισμένους τομείς μεγαλούργησαν οι Καλαρρυτινοί προγονοί μας.

ΜπαρουτοθήκηΜπαρουτοθήκη

Αρχαιολογικά κατάλοιπα πλησίον του οικισμού στη θέση Άβατος και κατάλοιπα ανθρώπινης δραστηριότητας (λείψανα αρχαίου τείχους που ανήκει πιθανώς σε φρουριακού τύπου οικοδόμημα καθώς και η ύπαρξη νεκροταφείου), μαρτυρούν ότι η περιοχή κατοικήθηκε με βεβαιότητα τουλάχιστον από την ελληνιστική περίοδο. Το γεγονός της ανθρώπινης παρουσίας και εγκατάστασης σε μια τόσο δύσβατη και δυσπρόσιτη περιοχή όπως αυτή των Kαλαρρυτών κατά την αρχαιότητα συνδέεται με την ανάγκη ελέγχου των φυσικών περασμάτων-οδών επικοινωνίας μεταξύ Ηπείρου –Θεσσαλίας.

Η ύπαρξη εκτεταμένων ορεινών βοσκοτόπων κατάλληλων για άσκηση νομαδικής κτηνοτροφίας υπήρξε ένας καθοριστικός παράγοντας για την προσέλκυση κτηνοτρόφων γεγονός που συνέβαλε στην εδραίωση – επέκταση και περαιτέρω ανάπτυξη του (αρχικού) οικισμού. Οι Καλαρρύτες ως σημαντικό κτηνοτροφικό κέντρο φαίνεται να ακμάζουν κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο

Την περίοδο της Τουρκοκρατίας οι Καλαρρύτες, αφού τέθηκαν υπό την προστασία της Βαλιντέ Σουλτάνας (Βασιλομήτορος), απολαμβάνουν αυτοδιοίκησης και μερικής φοροαπαλλαγής. Τα προνόμια αυτά εξασφαλίζουν στους κατοίκους ποιότητα ζωής και ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων που συμβάλλουν στην πύκνωση του πληθυσμού και τη μετατροπή-αναβάθμιση του δευτερογενούς τομέα παραγωγής από οικοτεχνία σε βιοτεχνία. Οι Καλαρρυτινοί επιδίδονται στην επεξεργασία των κτηνοτροφικών πρώτων υλών (μαλλί και δέρματα) ασχολούνται με την εριουργία, αναπτύσσοντας με τον καιρό σημαντική βιοτεχνική παραγωγή μάλλινων ειδών. Κυρίαρχο είδος που γίνεται ευρύτατα εξαγώγιμο αποτελούσε το μάλλινο ύφασμα από το οποίο κατασκευάζονταν οι γνωστές κάπες, ποιμενικές και ναυτικές-στρατιωτικές.

Ευαγγέλιο δια χειρός Αθανάσιου τζημούρηΕυαγγέλιο δια χειρός Αθανάσιου Τζημούρη

Από τα μέσα του 18ου αιώνα, οργανώνεται από Καλαρρυτινούς ένα δυναμικό σύστημα εμπορικών ανταλλαγών και διακίνησης των τοπικών προϊόντων στις εγχώριες και στις ευρωπαϊκές αγορές. Την έντονη αυτή επιχειρηματική δραστηριότητα των Καλαρρυτινών εμπόρων, ενδεικτικά αναφέρω τα ονόματα των Δουρούτη, Πρινάρη, Σταματάκη, Μπαχώμη, Παράσχη, Τουρτούρη, Σγούρου, Χρόνη, Ραφτάνη, κ.ά., αποδεικνύει η ίδρυση και επιτυχημένη παρουσία για δεκαετίες εμπορικών οίκων σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Μεσογείου και της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι Καλαρρύτες γνωρίζουν τη μεγαλύτερη, μια πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα και τις συγκυρίες της εποχής, οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη. Η διαπίστωση έρχεται και μέσα από τις μαρτυρίες ξένων περιηγητών όπως των W. Leake και F. Pouqueville, οι οποίοι επισκέφθηκαν την κοινότητα στις αρχές του 19ου αιώνα, και μεταφέρουν στα κείμενά τους την ακμή και το υψηλό μορφωτικό και πολιτιστικό επίπεδο των κατοίκων της ευημερούσας κωμόπολης η οποία αριθμούσε κατά την απογραφή του 1820, 3.000 κατοίκους !

Εκτός όμως από το εμπόριο, το οποίο συνέβαλε στην οικονομική ευρωστία, οι δραστήριοι και επιδέξιοι Καλαρρυτινοί, θα μάθουν να καλλιεργούν και τις τέχνες. Μυήθηκαν στη ραπτική, στην υφαντική τέχνη, στη χρυσοκεντητική, έγιναν υπέροχοι τεχνίτες.

Ασημένια επίχρυση ζώνη (αχοιβάδα) από τους Καλαρρύτες, τέλη 18ου αιώνα. Συλλογή Φώτη ΡαπακούσηΑσημένια επίχρυση ζώνη (αχοιβάδα) από τους Καλαρρύτες, τέλη 18ου αιώνα. Συλλογή Φώτη Ραπακούση

Ο χώρος όμως όπου πραγματικά θαυματούργησαν οι Καλαρρυτινοί και κυριολεκτικά έγραψαν ιστορία είναι  ασημουργία.

«Εκ δε των τεχνών ιδίως ήκμασεν εν Καλαρρύταις η χρυσο­ χοϊκή, ήτις έφθασεν εις σπάνιον βαθμόν τελειότητας. Στολίσματα ευαγγελίων, δίσκοι, εικόνων ολόχρυσα περιθώρια, μετάλλια, περιδέρ αια και πάντα τα κομψοτεχνήματα της τορευτικής των πολυτίμων μετάλλων είχον ιδιαιτέραν αξίαν εξερχόμενα εκ του εργαστηρίου περιωνύμου καλαρρυτιώτου καλλιτέχνου», σημειώνει ο ιστορικός Σπυρίδων Λάμπρος.

Στο πλαίσιο της γενικότερης άνθισης της αργυροχοΐας, οι Καλαρρύτες καθίστανται το καλλιτεχνικό και κατασκευαστικό κέντρο της ασημουργίας οι δε Καλαρρυτινοί τεχνίτες του ασημιού περιώνυμοι.

Η επεξεργασία του ασημιού στον τόπο αυτό έφτασε σε τέτοιο σημείο τελειότητας και ακμής, ώστε μπορούμε να πούμε, ότι σε καλαρρυτινά εργαστήρια κι από Καλαρρυτινούς χρυσικούς, έγιναν τα διασημότερα αργυροχοϊκά έργα της νεώτερης Ελλάδας.

Η παράδοση, τα ιστορικά τεκμήρια και τα ενυπόγραφα δημιουργήματά τους διέσωσαν τα ονόματα των Ποντίκη, Τόλη Δασκάλου, Αθανασίου Τζημούρη, Γεωργίου Μπάφα, Χριστόδουλου Βαρσάμη ή Γκέρτζου, Ιωάννη Μπλούτσου, Κων/νου. Στάθη, Γεωργίου Παπαστεφάνου, των Κοντοχρόνηδων, του Κολίτση, των Βούλγαρη, των Παπαγεωργίου, των Παπαμόσχου. Ασφαλώς ο κατάλογος δεν είναι πλήρης και τα ονόματα πλείστων όσων τεχνιτών δεν έχουν διασωθεί.

Οι Καλαρρυτινοί ασημουργοί κατασκευάζουν, κυρίως κατόπιν παραγγελίας αντικείμενα και σκεύη τόσο εκκλησιαστικά, λατρευτικής χρήσης, σταυρούς αναθήματα, επενδύσεις ευαγγελίων και εικόνων, δισκοπότηρα, θυμιατήρια ή λειψανοθήκες, όσο και κοσμικά όπως εξαρτήματα των γυναικείων ενδυμασιών ζώνες, πόρπες και πάσης φύσεως κοσμήματα, αλλά και οικιακά σκεύη φλιτζάνια, κουτάλια, κύπελλα, δίσκους.

Επίσης αντικείμενα για άντρες, διακοσμητικά πολεμικού εξοπλισμού, καριοφίλια, πιστόλες, λαβές μαχαιριών και γιαταγανιών, καπνοθήκες, παλάσκες κ.ά.

Αρκετοί από τους τεχνίτες του ασημιού ήταν πλανόδιοι. Με μόνο εφόδιο τα σύνεργα της δουλειά τους, την έμπνευση και τη μοναδική τεχνική τους περιόδευαν και εκτελούσαν παραγγελίες. Με τον τρόπο αυτό διέδωσαν την τέχνη της αργυροχρυσοχοΐας σε όλη τη Βαλκανική, τη Μικρά Ασία, την Αίγυπτο, την Ιταλία και την Αυστρία.

Ευαγγέλιο δια χειρός Αθανάσιου ΤζημούρηΕυαγγέλιο δια χειρός Αθανάσιου Τζημούρη

Προϊόντος του χρόνου η φήμη των Καλαρρυτινών ασημουργών ξαπλώνεται παντού στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Ο περίφημος και ονομαστός Αθανάσιος Τζημούρης φτάνει στο αξίωμα του αρχι-χρυσοχόου του Αλή Πασά και ανακηρύσσεται σε περιώνυμο δάσκαλο της αργυρογλυπτικής. Ποιος γνωρίζει πράγματι πόσα από τα κοσμήματα που φόρεσαν οι γυναίκες του σεραγιού και οι γιαννιώτισσες αρχόντισες όπως η Κυρά Φροσύνη ήταν έργα δια χειρός Αθ. Τζημούρη. Ο Γεώργιος Μπάφας, ο δεύτερος ονομαστός καλαρρυτινός ασημουργός, δουλεύοντας με αστείρευτη έμπνευση σε όλα τα είδη της εκκλησιαστικής αργυροχοΐας δημιούργησε μοναδικά έργα αργυρογλυπτικής. Όλα τα έργα του, αλλά κυρίως η λάρνακα του Αγίου Διονυσίου «δια χειρός Γεωργίου Διαμαντή Μπάφα», θεωρούνται «μνημεία» της εκκλησιαστικής ασημουργίας

Η δεξιοτεχνία ενός άλλου μεγάλου τεχνίτη του ασημιού του Δημήτρη Παπαγεωργίου είχε φτάσει σε τέτοια επίπεδα τελειότητας ώστε να δημιουργηθούν ακόμη και μύθοι για την υψηλή αμοιβή του. Γράφει σχετικά ο Σπ. Λάμπρος:

«Μοναδικός εις την σφυρηλασίαν ήτο άλλος, ο Δημήτριος Παπαγεωργίου, του οποίου έκαστος κτύπος του σφυριού ε στοίχιζεν εν φλωρίον, όταν προέκειτο να δώση τον αέρα των αργυρών μεγάλων δίσκων και των σινίων. Ηπόρησαν οι κάτοικοι των Ιωαννίνων, ότε, καλέσαντες αυτόν, ίνα παράσχη ταύτην την υπηρεσίαν δι’ ευρύν δίσκον προωρισμένον δια τον σατράπην, ήκουσαν το βαρύ αίτημά του, μάτην του είπον ικετεύοντες, ότι πρόκειται περί της ζωής των και προσέφερον αυτώ, εν συνόλω προεκτιμώντες την εργασίαν του, μεγάλα ποσά. Ο τεχνίτης επέμενεν … αλλ’ ήρκεσαν τρεις μόνον θαυματουργοί κτύποι του, ίνα επέλθει το ποθούμενον αποτέλεσμα. Και λέγεται ειπών τότε, ότι δεν ήθελε το πολύ χρήμα, των αδελφών του, αλλά την αναγνώρισιν της αξίας της τέχνης του» .

Η τόσο παραγωγική αυτή δραστηριότητα όμως δεν θα διατηρηθεί για πολύ (τουλάχιστον στους Καλαρρύτες). Τον Ιούλιο του 1821 συντελείται η ολοκληρωτική καταστροφή των Καλαρρυτών μετά την αποτυχημένη εξέγερση κατά των Τουρκαλβανών. Οι Καλαρρυτινοί ασημουργοί, άστεγοι και πένητες θα αναζητήσουν έναν νέο τόπο εγκατάστασης και βιοπορισμού. Μεταβαίνουν σε άλλες πόλεις, όπως τα Γιάννενα, το Μεσολόγγι, την Αθήνα, τη Χαλκίδα, όπου μορφοποιούν την έμπνευσή τους ανοίγοντας νέους δρόμους τεχνικής και δημιουργώντας «σχολή» στην καλλιτεχνική ασημοτεχνική.

Ασημένιος σταυρός διαχειρός Αθανάσιου ΤζημούρηΑσημένιος σταυρός δια χειρός Αθανάσιου Τζημούρη

Οι περισσότεροι εγκαθίστανται στα Επτάνησα, κυρίως στη Ζάκυνθο. Η Ζάκυνθος εκείνο τον καιρό ήταν το πλουσιότερο νησί του Ιονίου. Το λιμάνι της συνιστούσε σημαντικό κόμβο κρατώντας εξέχουσα θέση στο διαμετακομιστικό εμπόριο. Για τους λόγους αυτούς κατά την περίοδο ακμής των Καλαρρυτών, πριν δηλ. την καταστροφή το 1821, το νησί αποτελούσε τόπο ίδρυσης και λειτουργίας εμπορικών οίκων για πολλούς Καλαρρυτινούς, οι οποίοι εγκαθίστανται εκεί αναπτύσσοντας σημαντικές δραστηριότητες. Πέραν αυτού η Ζάκυνθος συνιστούσε έναν από τους πιο εκλεπτυσμένους και πολιτισμένους τόπους του ελληνισμού.

Τα ιστορικά αρχεία αλλά και προφορικές μαρτυρίες μας διέσωσαν τις καλαρρυτινές οικογένειες αλλά και μεμονωμένους καλαρρυτιώτες που ηταν εγκατεστημένοι στη Ζάκυνθο. Περί το 1800 φθάνουν εκεί οι αδελφοί Χριστόδουλος και Νικόλαος Ραφτάνης, ο Κωνσταν­τίνος Δάφνος, ο Χριστοφάνης Μπάφας, ο Ιωάννης Παπαμόσχος, ο Γεώργιος Γιούρτης, ο Χρήστος Καψάλης, ο Βασίλειος Κοντορικης, ο Χρόνης Μπαηκούσης κι άλλοι, με σκοπό κυρίως το εμπόριο.

Κάτω από αυτά τα δεδομένα με την καταστροφή των Καλαρρυτών το 1821 εύκολα γίνεται αντιληπτό γιατί η Ζάκυνθος γίνεται ό αγαπημένος τόπος της προσφυγιάς των Καλαρρυτινών. Η ζεστή αγκαλιά των ζακυνθίων απλώθηκε στοργική, απαλαίνοντας όλες τις πληγές και τα δάκρυα προσφέροντας όλα εκείνα τα θετικά στοιχεία ώστε όχι μόνον να επιβιώσουν οι πρόσφυγες αλλά και να εργασθούν δημιουργικά και εποικοδομητικά συμβάλλοντας στην άνοδο του οικονομικού, βιοτικού και κοινωνικού επιπέδου του νησιού. Μάλιστα σταδιακά δημιουργήθηκε στην πόλη της Ζακύνθου ολόκληρη συνοικία από την συνκατοίκηση των Καλαρρυτινών «τα Καλαρρύτικα».

Είναι γνωστές οι οικογένειες των Καλαρρυτινών προσφύγων, πού απέκτησαν, σταδιακά εργαζόμενες, τίτλους οικονομικής και κοινωνικής αναγνώρισης και καταξίωσης στη Ζάκυνθο. Αναφέρω τις οικογένειες Δαμίρη, Καραμπίνη, Γκιούρου, Μπόρου, Μπαχώμη, Δάφνου, Ραφτάνη, Μπάφα, Γιάκου και του Μπαζάκη, ως αντιπροσωπευτικές ενός δραστήριου, εμπορικού και πολιτιστικού παρελθόντος της καλαρρυτινής-ζακυνθινής κοινωνίας.

Παράλληλα με το εμπόριο και τη βιομηχανία οι Καλαρρυτινοί βρήκαν στη Ζάκυνθο το γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη της χρυσοχοΐας και αργυρογλυπτικής, πού είχε καλλιεργηθεί σ' ανώτερα επίπεδα καλλιτεχνικής έκφρασης στον τόπο τους.

Φημισμένοι, τεχνίτες επεξεργασίας του ασημιού, όπως ο Αθανάσιος Τσιμούρης, ο Γεώργιος Διαμαντή Μπάφας, ο Χριστόδουλος Βαρσάμης ή Γκέρτζος, ο Ιωάννης Μπλούτσος, ο Κωνσταντίνος Στάθης και ο Γεώργιος Παπαστεφάνου ερχόμενοι από τους Καλαρρύτες ριζώνουν στη Ζάκυνθο και δημιουργούν αξιοθαύμαστα έργα τέχνης που στολίζουν εκκλησιές κι αρχοντικά της εποχής.

Με το πέρασμα του καιρού οι Καλαρρυτινοί αργυροχρυσοχόοι δημιουργούν, ανάμεσα σε μια πραγματικά καλλιτεχνική άμιλλα, αληθινά έργα τέχνης, πού εξακολουθούν, ως τη στιγμή αυτή τουλάχιστον, να είναι μοναδικά και αξεπέραστα. Διάσημοι αισθητικοί και τεχνοκρίτες, Έλληνες και ξένοι, εκφράζονται με λόγια ενθουσιαστικά για την ασύγκριτη αυτή δημιουργία των Καλαρρυτινών πρωτομαστόρων του ασημιού και του χρυσαφιού, και ιδιαίτερα του Γεωργίου Διαμαντή Μπάφα και του Αθανασίου Νικ. Τζημούρη.

Στη συνέχεια πολλοί Καλαρρυτινοί ασημουργοί επεξέτειναν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στην Ιταλία. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η οικογένεια Νέσση, εγκατεστημένη μέχρι σήμερα στη Ρώμη, όπως επίσης η οικογένεια Βούλγαρη χαρακτηριστικό παράδειγμα προκοπής των καλαρρυτινών της διασποράς.

Η οικογένεια Βούλγαρη μετά από περιπετειώδη πορεία από Καλαρρύτες σε Παραμυθιά, Αργυρόκαστρο, Κέρκυρα, Νάπολη εγκαθίσταται στη Ρώμη όπου ο γενάρχης του οίκου Σωτήριος Βούλγαρης θέτει στη Βία Κοντότι το 1884 τις βάσεις της μετέπειτα αυτοκρατορίας κοσμημάτων. Οι απόγονοι του με την επωνυμία «οίκος κοσμημάτων Bulgari» συγκαταλέγονται σήμερα στους επιφανέστερους δημιουργούς κοσμημάτων, και όχι μόνον, σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η πορεία των Καλαρρυτινών ασημουργών από τους Καλαρρύτες μετά το 1821 σε διάφορες περιοχές εντός και εκτός ελλάδος δεν είναι απλά η φυγή στην ξενητιά.

Είναι συγχρόνως η αποτύπωση της ιστορικής διαδρομής, της πορείας, της εξέλιξης, της διάδοσης της τεχνικής και της τέχνης της ασημουργίας.

Πολλά ονόματα σημερινών ασημουργών, (ιδιαίτερα στην Ήπειρο), οι τεχνικές επεξεργασίας του ασημιού και κυρίως τα σωζόμενα αριστουργήματα, συνιστούν αδιάψευστα τεκμήρια της επίδρασης και προσφοράς των Καλαρρυτινών τεχνιτών του ασημιού στη διάδοση και ανάπτυξη του επαγγελματικού-καλλιτεχνικού αυτού κλάδου.

Κυρίες και κύριοι,

Η σημερινή μου ομιλία αποτελεί έκφραση της εκπλήρωσης ενός χρέους και της απόδοσης της οφειλόμενης τιμής στους Καλαρρυτινούς που υπηρέτησαν, ανέπτυξαν και διέδωσαν την τέχνη της αργυροχοΐας σε ολόκληρο τον ελλαδικό, τον βαλκανικό ευρύτερα τον ευρωπαϊκό χώρο, που κόσμησαν και στόλισαν με τα έργα τους ναούς και μοναστήρια, αρχοντικά και ανθρώπους, σ’ αυτούς τους απλούς και ταπεινούς δεξιοτέχνες της κατεργασίας του ασημιού οι οποίοι όπου κι αν έζησαν και δημιούργησαν δεν ξέχασαν τον τόπο καταγωγής τους , δόξασαν τη γενέθλια γη, τους Καλαρρύτες και υπέγραφαν πάντοτε τα έργα τους

«δια χειρός… καλαρρυτιότου»

Συγχρόνως συνιστά και έκφραση ευγνωμοσύνης ημών των απογόνων των Καλαρρυτινών μαστόρων του ασημιού και ευχαριστιών προς τους Ζακυνθίους οι οποίοι άνοιξαν την αγκαλιά τους και υποδέχθηκαν με αγάπη τους κατατρεγμένους και ανέστιους Καλαρρυτινούς από την ορεινή Πίνδο και δημιούργησαν τις κατάλληλες συνθήκες ώστε όχι μόνο να αποκτήσουν μια δεύτερη πατρίδα αλλά να εργασθούν δημιουργικά και εν πολλοίς να μεγαλουργήσουν.

 

Η «Καλαρρυτινή αργυροτεχνία» και οι περιώνυμοι τεχνίτες του ασημιού. Από την Πίνδο στη φιλόξενη Ζάκυνθο και στη Οικουμένη.
Απόστολος Κατσίκης, καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Ομιλία στην εκδήλωση του Πατριωτικού Συνδέσμου Καλαρρυτών «Η ΠΙΝΔΟΣ»
στο πλαίσιο των 100 χρόνων από ίδρυση του με θέμα:
H «φυγή» των Καλαρρυτινών και η φιλοξενία τους στη Ζάκυνθο
Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016

Θερμές ευχαριστίες στον Φώτη Ραπακούση για την παραχώρηση φωτογραφικού υλικού από την πλούσια συλλογή του

H «φυγή» των Καλαρρυτινών και η φιλοξενία τους στη Ζάκυνθο

Αναζήτηση