Οικονομία, επαγγέλματα, θρησκεία, εκκλησιαστικά μνημεία κ.α

Πολιτισμικές μεταφορές και ελληνικές παροικίες

Εισαγωγή εις την Ελληνικήν γλώσσαν, Δημητρίου Νικολάου ΔαρβάρεωςΝέες αναγνώσεις μιας παλιάς ιστορίας με αφορμή το παράδειγμα του Δημητρίου Δάρβαρη.
Στόχος αυτού του άρθρου είναι να διερευνήσει τους δρόμους μέσα από τους οποίους ένας εμβληματικός τόπος της ελληνικής ιστορίας, ακαδημαϊκής και δημόσιας, με ιστοριογραφική παράδοση σχεδόν ενός αιώνα, όπως η ιστορία των παροικιών, μπορεί να συναντηθεί και να εμπλουτιστεί ερευνητικά από μια σχετικά πρόσφατη προβληματική της ευρωπαϊκής συγκριτικής ιστορίας που καλεί για πιο διευρυμένες αναγνώσεις εκείνου που έχει καθιερωθεί να θεωρείται εθνικά μοναδικό και κατά τόπους ιδιαίτερο, δηλαδή, από την προβληματική των πολιτισμικών μεταφορών.
Βέβαια, σε όσους και όσες αντλούν την ερευνητική τους ταυτότητα από τον σκληρό πυρήνα της ιστορίας των παροικιών, ένα τέτοιο εγχείρημα είναι πιθανό να μην φαίνεται ούτε τόσο προκλητικό ούτε τόσο πρωτότυπο. Και αυτό γιατί το συγκεκριμένο, παραδοσιακό ιστοριογραφικό πεδίο, τα τελευταία είκοσι χρόνια, έχει επιδείξει μια μοναδική κινητικότητα ως προς την ανανέωση των ερωτημάτων και των εργαλείων του, καθώς και μια ιδιαίτερη διάθεση ανταπόκρισης σε σύγχρονα ιστοριογραφικά ρεύματα και σε προβληματισμούς της διεθνούς ιστορικής κοινότητας. Η μελέτη του πάλαι ποτέ ένδοξου «παροικιακού ελληνισμού» ή των «ελληνικών κοινοτήτων του εξωτερικού» έχει πλέον συναντηθεί και δοκιμαστεί με τις σύγχρονες θεωρήσεις του μεταναστευτικού φαινομένου, με τις θεωρίες της διασποράς, της διεθνικότητας, όσο και με εργαλεία και θεματικές της επιχειρηματικής ιστορίας, της δικτυακής ανάλυσης και της μικροϊστορίας.1

Ιστορικές ανθρωπο-φυσικο-γεωγραφικές ενότητες του Ελληνικού ορεινού χώρου

Λιβάδι ΟλύμπουΜια προσέγγιση για την αναβίωσή τους. Το παράδειγμα του Λιβαδίου Ολύμπου

1. Τα βουνά και το Λιβάδι στο χώρο και το χρόνο
«Το φυσικό περιβάλλον αποτελεί δεδομένο που δεν μεταβάλλεται παρά ελάχιστα μέσα στον ιστορικό χρόνο» (Μ. Sauvignon «Η Γεωγραφική Εικόνα της Μακεδονίας» στο ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, Εκδοτική Αθηνών, 1982, Αθήνα, σελ. 12)
«Η Μεσόγειος είναι πρώτα απ’ όλα μια θάλασσα που περιβάλλεται από βουνά. Το γεγονός αυτό έχει σημασία. Όταν μιλάμε για ιστορία. Αυτό πρέπει να υπογραμμίζουμε, γιατί συνήθως αμελούν να το επισημαίνουν, ενώ οι συνέπειες είναι μεγάλες» (Braudel 1991, κεφ. Ι, 1. «Πρώτα απ' όλα τα βουνά», σελ. 29)

«Όλα είναι δρόμος» – γεφυρώνοντας την επιστήμη της Γεωπληροφορικής με τις παραδοσιακές μετακινήσεις των Ασπροποταμιτών κατά τον 20ο αιώνα

Η Τζούρτζια, Μάιος 2009Εισαγωγή – Παραδοσιακές μετακινήσεις στον Ασπροπόταμο
Για τους Βλάχους, «όλα είναι δρόμος». Εστιάζοντας στους κτηνοτρόφους, η ζωή τους ήταν εδώ και αιώνες συνυφασμένη με τη μετακίνηση από τα πεδινά προς τα ορεινά την άνοιξη, με τον αντίστροφο δρόμο το φθινόπωρο, και αυτή η διαδρομή επαναλαμβανόταν κάθε χρόνο απαράλλακτη («... μον' καρτερούν την άνοιξη, το Μάη, το καλοκαίρι, να βγουν οι βλάχοι στα βουνά ...»). Αλλά και οι έμποροι, οι κατοπινοί άρχοντες και μεγάλοι ευεργέτες, είχαν έντονο το κίνητρο της μετακίνησης, από τα χωριά και τις κωμοπόλεις της ορεινής Ελλάδας στις μητροπόλεις της Ευρώπης. Και αν για τους ορεσίβιους Ασπροποταμίτες το πιο σημαντικό γεγονός του 19ου αιώνα ήταν αναμφίβολα η εμφάνιση διακρατικών συνόρων, οπότε και από την ‘απεραντοσύνη’ της Οθωμανικής αυτοκρατορίας βρέθηκαν ξαφνικά λίγες αναπνοές αρχικά εκτός και κατόπιν εντός των ορίων του Ελληνικού κράτους, ο 20ος αιώνας τούς σημάδεψε ως προς τις ραγδαίες αλλαγές στον τρόπο μετακίνησής τους, οπότε και κοπιαστικές διαδρομές πολλών ημερών εξελίχθηκαν σε σύντομες μετακινήσεις λίγων ωρών.

Η κτηνοτροφία του Χαλικίου Ασπροποτάμου

Η δρακολίμνη ΒερλίγκαTα δεδομένα στα οποία στηρίχτηκε η παρούσα μελέτη προέρχονται από τις επιτόπιες έρευνές μου στα χωριά της Διευρυμένης Κοινότητας Ασπροποτάμου. Η έρευνα στο Ασπροπόταμο, που βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού Τρικάλων προς το νομό Ιωαννίνων, έγινε τα καλοκαίρια του 2003, 2004 και 2005 στα πλαίσια τριών εικοσαήμερων εντεταλμένων λαογραφικών αποστολών του Κέντρου Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών. Επισκέφθηκα το σύνολο των χωριών της περιοχής, αλλά, μετά τη δεύτερη αποστολή μου το 2004, εστίασα την έρευνά μου κυρίως στο Χαλίκι (υψόμετρο 1160 μ.), το οποίο εγκαταλείπεται ολοκληρωτικά από τους κατοίκους του κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Το Χαλίκι σε αντίθεση με τα περισσότερα χωριά του Ασπροποτάμου, τα οποία αποτελούν πλέον καλοκαιρινά θέρετρα, διαθέτει μια αξιοθαύμαστη κοινωνική συνοχή λόγω του έντονου κτηνοτροφικού χαρακτήρα του και του γεγονότος ότι η πλειονότητα των κατοίκων είναι μόνιμα εγκατεστημένοι στα Φάρσαλα και σε ορισμένα γειτονικά χωριά κατά τη χειμερινή περίοδο, όπου συνεχίζουν την κοινοτική τους ζωή1.

Αναζήτηση