Βιβλιοπαρουσιάσεις
Το ανά χείρας βιβλίο του καθηγητού Ντούσαν Πόποβιτς, "Ο Τσιντσάρισμα" στη σερβική γλώσσα κυκλοφόρησε το 1937 στο Βελιγράδι. Επί εβδομήντα χρόνια αποτελεί κεντρικό σημείο αναφοράς στην ελληνική βιβλιογραφία και διαπραγματεύεται την παρουσία των βλαχοφώνων Ελλήνων, αλλά και των ταυτόσημων άλλων ελληνικών κοινοτήτων, στα Βαλκάνια και στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων με επίκεντρο τον ευρύ χώρο της Γιουγκοσλαβίας. [...]
(από την εισαγωγή, Νικόλαος Ι. Μέρτζος, Πρόεδρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών)
Το περισπούδαστο αυτό σύγγραμμα δημοσιεύει εξαιρετικής σημασίας τεκμηριωμένες πληροφορίες που αποδεικνύουν λεπτομερώς ότι επί τρεις αιώνες, από τον 17ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ού, οι Βλάχοι κατείχαν δεσπόζουσα θέση στα Βαλκάνια και στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων όπου ανέπτυξαν την ελληνική παιδεία, την οικονομία, τον Διαφωτισμό και την κατά τόπους αστική τάξη στις βαλκανικές χώρες και σε μεγάλο τμήμα της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων. Γι' αυτό, επί 83 έτη το σύγγραμμα παραμένει κεντρικό σημείο αναφοράς στη διεθνή βιβλιογραφία και η έκδοσή του στην ελληνική γλώσσα καλύπτει ένα κενό της ελληνικής επιστήμης.
Συγγραφέας: Popovic Dusan
Εκδότης: Ρέκος
ISBN: 978-960-9458-02-3
Έτος έκδοσης: 2010
Νταλιάνα.
Επίθετο βλάχικο, χαρισμένο από τον πατέρα στην κόρη του Αλεξάντρα, μια γυναίκα δυνατή, λεβέντισσα, όπως πολλές γυναίκες της υπαίθρου και όχι μόνο, τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα.
Γυναίκες που κόντρα στις σκληρές κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες της νιότης τους ή εξ αιτίας αυτών διαμόρφωσαν γρανιτένιο χαρακτήρα και θέληση ατσάλινη ώστε να υπερβούν την ίδια τους τη φύση και σε πείσμα της τσιγκούνας τύχης τους -πόλεμοι, κοινωνική κριτική, αδυσώπητη ενίοτε, οικονομικές στερήσεις- να μεγαλουργήσουν σε αυτό που ήταν το δικό τους μετερίζι παραδοσιακά, η οικογένεια. Η δημιουργία δεμένων και αγαπημένων πολυπληθών οικογενειών ήταν ο στόχος και η δικαίωση πολλών δυναμικών και ανήσυχων γυναικών τα «σφιχτά», από πολλές απόψεις, εκείνα χρόνια.
Η ιστορία εξελίσσεται σε ένα χώρο με ιδιαίτερα δύσκολο τρόπο ζωής τουλάχιστον τα πρώτα πενήντα χρόνια του προηγούμενου αιώνα. Ήταν ο τρόπος ζωής κάποιων βλαχόφωνων οικογενειών που, λόγω επαγγέλματος και καιρικών συνθηκών, αναγκάζονταν να μετακινούνται κάθε χρόνο από τα ορεινά, αφιλόξενα το χειμώνα για εκείνους και τα κοπάδια τους, στα πεδινά. Στη διαρκή αυτή «περιπέτεια», οι γυναίκες σύντροφοι και συνοδοιπόροι επωμίζονταν ένα μεγάλο κομμάτι των εργασιών και συμβίωναν τις αναπόφευκτες δυσκολίες.
To Λεύκωμα αυτό είναι αποτέλεσμα μιας επίπονης και δύσκολης προσπάθειας. Καρπός της επιθυμίας ενός ανθρώπου να αναδειχθεί ο τόπος που γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας και συλλογής επισκέφτηκα όλα τα σπίτια των συγχωριανών μου. Με λύπη μου άκουγα πως σημαντικό φωτογραφικό υλικό, είτε είχε υποστεί τη φθορά από φυσικές καταστροφές, είτε είχε χαθεί ολοσχερώς στη λαίλαπα της φωτιάς κατά τη διάρκεια της Κατοχής ή του Εμφυλίου. Είχα την αίσθηση ότι έδινα μάχη με το χρόνο. Με ενθάρρυνε η πίστη ότι η συλλογή κι η ηλεκτρονική αρχειοθέτηση του υλικού θα συνέβαλε στη διάσωση του πολύπτυχου παρελθόντος της ορεινής μου πατρίδας. Προχώρησα με την πεποίθηση ότι η αξία αυτής της δουλειάς ξεπερνά τη συγκυρία ή την έκδοση ενός λευκώματος κι ότι θα επαυξάνεται με το χρόνο καθώς θα καθίσταται ολοένα και πιο πολύ και για περισσότερους σημείο αναφοράς και μέσο αναζήτησης της πολύπλευρης ιστορίας της Μηλιάς.
Διάβασα το βιβλίο του Weigand (διαπρεπής Γερμανός ρωμανιστής, βαλκανολόγος, σλαβολόγος, λεξικογράφος, διαλεκτολόγος και εθνολόγος), με τίτλο «Οι Αρωμούνοι(Βλάχοι) ,Τόμος Α, ο χώρος και οι άνθρωποι» σε μετάφραση του γεωγράφου καθηγητή Thede Kahl .To βιβλίο προλογίζουν το Δ.Σ. του Φιλολογικού ,Ιστορικού, Λογοτεχνικού Συνδέσμου Τρικάλων, ο μεταφραστής και ο έγκριτος ρωμανιστής βαλκανολόγος Δρ Αχιλλέας Λαζάρου.Μεταφράστηκε στα ελληνικά το 2001 (ενώ είχε γραφτεί το 1895).
Η συνεχιζόμενη και κλιμακούμενη τελευταία ποικιλότροπη προπαγανδιστική εκστρατεία, η οποία εκπορεύεται από το εξωτερικό και έχει ως στόχο τους Βλάχους της Ελλάδας χρησιμοποιεί ,όπως παλιά (ρουμάνικη προπαγάνδα), και το βιβλίο αυτό ως πηγή για την επίτευξη των στόχων της(άποψη του Φ.Ι.Λ.Ο.Σ.). Έτσι καλώς έκανε ο Φ.Ι.Λ.Ο.Σ να εκδώσει το βιβλίο στα ελληνικά για να ενημερωθεί και το ελληνικό κοινό, να μελετήσει και να σχηματίσει προσωπική άποψη.
Παιχνίδια μιας άλλης εποχής, βγαλμένα από "σκουριασμένες" μνήμες, παιχνίδια αιματηρά, επηρεασμένα από τη βαρβαρότητα του πολέμου, αλλά και παιχνίδια ρομαντικά με ένα τσούρμο πιτσιρικάδων να τρέχει στο άγνωστο κυνηγώντας το όνειρο καβάλα σε ξύλινα άλογα, παίζανε κάποτε τα παιδιά στο Λιβάδι του Ολύμπου. Ήταν η εποχή που τα κορίτσια είχαν για παιχνίδι τις αυτοσχέδιες κούκλες και τα αγόρια μπάλες φτιαγμένες από κουρέλια, τις οποίες κλωτσούσαν ανελέητα. Ήταν οι εποχή που τα κορίτσια παίζανε κουτσό πάνω στο χώμα ή πηδούσανε σχοινάκι, και τα αγόρια έπαιζαν με τις σφεντόνες ή με τους πήλινους βόλους. Ήταν η εποχή που στα παιχνίδια «δούλευε» η ομάδα. Ο πόλεμος που σήμερα παίζουν τα παιδιά στις οθόνες του υπολογιστή, στο μεταπολεμικό Λιβάδι ήταν ένας αιματηρός πετροπόλεμος που ξεκινούσε το καλοκαίρι του Αϊ Γιαννιού και συνεχιζόταν το χειμώνα με το χιονοπόλεμο με χιονομπάλες που έκρυβαν μέσα τους πέτρες. Άλλωστε τι άλλο θα μπορούσαν να παίξουν τα παιδιά που είχαν ζήσει τον πόλεμο;