Το χωριό Αρχάγγελος δεσπόζει στο όρος Πάϊκο, στα 820 μ. υψόμετρο, στο Δήμο Εξαπλατάνου του Νομού Πέλλας στη κεντρική Μακεδονία. Είναι ένα πανέμορφο χωριό με πλούσια παραδοσιακά στοιχεία, μέσα σε ένα γαλήνιο φυσικό τοπίο με καταπράσινα δάση από οξιές, πανύψηλες δρυς και χιλιάδες κερασιές.
Μέχρι το 1919 το όνομά του χωριού ήταν Όσσιανη.
Οι Κάτοικοι του Χωριού είναι Μογλενίτες Βλάχοι με ιδιαίτερη πολιτισμική παράδοση η οποία διαφέρει από αυτή των Βλάχων των άλλων περιοχών της Ελλάδας.Είναι το μεγαλύτερο από τα Μογλενίτικα Βλαχοχώρια της Καρατζόβας με 700 περίπου μόνιμους κατοίκους. Σημαντικότατο αξιοθέατο του χωριού καθώς και όλου του Νομού αποτελεί η Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ που προσελκύει προσκυνητές από όλη την Ελλάδα.Οι κάτοικοι του χωριού και της γύρω περιοχής, στηρίζουν την Μονή και το ιερό έργο της Μοναστικής Αδελφότητας.Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η παλαιότατη εκκλησία του χωριού ο 'Aγιος Νικόλαος με την πλούσια Αγιογράφησή της και η παραδοσιακή αρχιτεκτονική των παλαιών σπιτιών του Χωριού.Το χωρίο πανηγυρίζει στις 6 Σεπτεμβρίου.
Το παρακάτω κείμενο δε γράφτηκε από κάποιον συγγραφέα, ούτε γράφτηκε για εμπορικούς σκοπούς. Είναι μια προσπάθεια κάποιων μελών του Συλλόγου της Ιεροπηγής να καταγράψει τα ήθη και έθιμα των Βλάχων της περιοχής. Είναι αφηγήσεις των παππούδων και γιαγιάδων μας που μας βοήθησαν στην καταγραφή αυτή και θέλουμε να τους ευχαριστήσουμε πάρα πολύ γι’ αυτό. Επίσης είναι αναμνήσεις από τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας, ότι θυμόμαστε από αυτούς όταν μας αφηγούνταν σαν παραμύθι πως μεγάλωσαν, παντρεύτηκαν και έζησαν τη ζωή τους.
Σύμφωνα με παλιούς βλάχους κατοίκους της Ιεροπηγής η γέννηση της φυλής τους ανάγεται σε ένα θρύλο, το θρύλος της Τζίντας.
"Τζίντα" (τζίντιλι ) είναι οι φανταστικές νεράιδες των βουνών, που κινούνται με τη μορφή ανεμοστρόβιλου χορεύοντας και τραγουδώντας. Είναι ικανές να "πάρουν" τα λογικά ή τη φωνή ενός ανθρώπου αν αυτός κοιμηθεί στο σημείο που χόρευαν. Έτσι σύμφωνα με το θρύλο, ένα τσελιγκόπουλο έβοσκε τα πρόβατα του παίζοντας φλογέρα, εκείνη τη στιγμή σηκώθηκε αέρας και εμφανίστηκαν γύρω του πανέμορφες κοπέλες τραγουδώντας και χορεύοντας. Φοβισμένο το τσελιγκόπουλο μάζεψε το κοπάδι του και γύρισε στη στάνη του. Ανάφερε το γεγονός στη γριά μάνα του και εκείνη τον προέτρεψε να πάει στο ίδιο σημείο την επόμενη μέρα.
Έτσι και συνέβη, όταν άρχισε να παίζει τη φλογέρα του εμφανίστηκαν πάλι οι "τζίντες" και το παλικάρι ευθύς άρπαξε το χρυσό κεφαλόδεσμο της ομορφότερης απ' αυτών, τότε το σύννεφο σκόνης εξαφανίστηκε καθώς και οι νεράιδες εκτός από αυτήν που δεν είχε πλέον μαντήλι.
Ο Δήμος Κλεισουρας έκανε την παραγωγή ενος ψηφιοποιημένου δίσκου με 22 Βλάχικα Τραγούδια και σκοπούς με τίτλο "Βλάχικα Τραγούδια και σκοποί απο την Κλεισούρα Καστοριάς". Τα τραγούδια και οι σκοποί της Κλεισούρας που παρουσιάζονται αποτελούν την πρώτη προσπάθεια καταγραφής ενός σπουδαίου τμήματος του πολιτισμού της κωμόπολης, που θα παρέμενε στην αφάνεια και θα οδηγούνταν τελικά στην εξαφάνιση.
Τα βλάχικα αυτά τραγούδια δεν είναι τα συνηθισμένα που απαντούμε στα κτηνοτροφικά βλαχοχώρια της Πίνδου, αλλά σχετίζονται κυρίως με την ενασχόληση των Κλεισουριέων με το διαμετακομιστικό εμπόριο και παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες με αυτά των αστικών βλάχικων οικισμών της Βορειοδυτικής Μακεδονίας.
Όλα όμως τα τραγούδια της Κλεισούρας καταδεικνύουν την αγαστή συμβίωση του αστικού και του μεταγενέστερου κτηνοτροφικού πληθυσμού της και τους άρρηκτους δεσμούς τους και αυτό αποτελεί θα λέγαμε την ιδιαιτερότητά τους. Τα τραγούδια είναι ιστορικά, μοιρολόγια, κυρατζίδικα ή της ξενιτιάς, κτηνοτροφικά, ερωτικά, γαμήλια και σκωπτικά, ενώ άλλα προορίζονται αποκλειστικά για εθιμικά δρώμενα όπως αυτό της «γκαλιάτας» (του κλήδονα) ή και των «αργκουτσιαριών», προσαρμοσμένα πάντα στην περίσταση.