Αδελφοποιΐα (αδελφοποιτοί - βλάμηδες)

Κεφαλόβρυσο Γαμπρός και κουμπάρος, photo Margaret HasluckΑδελφοποιΐα είναι η δημιουργία αδελφικού δεσμού μεταξύ δύο ή και περισσοτέρων ατόμων με κάποια μαγική πράξη ή θρησκευτική λειτουργία. Μετά την αδελφοποίησή τους τα άτομα αυτά έχουν ιερή υποχρέωση να αλληλοβοηθούνται σ’ όλη τους τη ζωή. Ο δεσμός τους δεν είχε όρια. Σε περίπτωση που ο ένας από τους δύο έπεφτε θύμα εγκληματικής πράξης ο άλλος είχε την υποχρέωση να ανταποδώσει το κακό, να πάρει πίσω το αίμα του αδελφοποιού του.
Η αδελφοποιΐα είναι έθιμο από τα πολύ παλιά χρόνια και γνωστό σε πάρα πολλούς λαούς. Από σχετικές πληροφορίες γνωρίζουμε πως ήταν έθιμα των Λυδών, των Σκυθών, των Θρακών, των Γερμανών και των Κελτών. Σήμερα είναι γνωστό το έθιμο σ’ όλες τις Ηπείρους. Για τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους δεν υπάρχουν πειστικές πληροφορίες για την ύπαρξη του εθίμου. Οι φιλίες των Αχιλλέα-Πατρόκλου και Δάμωνα-Φεντία δε θεωρούνται αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη του εθίμου.

 Το έθιμο γίνεται γνωστό μετά τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου και την επικράτηση των Ρωμαίων. Τότε έγιναν πολλές μετακινήσεις των λαών «Ανατολή και Δύση» με αποτέλεσμα να μεταδοθούν όχι μόνο οι πνευματικές γνώσεις αλλά και διάφορα ήθη και έθιμα μεταξύ των λαών της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Σχετικές πληροφορίες για το έθιμο έχουμε από τη ρωμαϊκή νομοθεσία, τη βυζαντινή ιστορία και τη συλλογή εκκλησιαστικών νόμων και κανόνων «νομοκάνονας». Απ’ αυτές τις πληροφορίες μαθαίνουμε πως ακόμα και υψηλά πολιτικά πρόσωπα γίνονταν αδελφοποιοί. Όπως οι Ιουστιανιανός με το μάγιστρο Στρατήγιο, ο Βασίλειος ο Μακεδόνας με το Μιχαήλ τον Γ΄ κλπ. Από δημοτικά τραγούδια της Καππαδοκίας μαθαίνουμε πως αδελφοποίηση έχουμε μεταξύ Ελλήνων και Σαρακηνών όπως ο ακρίτας Ανδρόνικος με το Σαρακηνό Συριόπουλο.

Στη μεσαιωνική Ευρώπη η αδελφοποιΐα ήταν έθιμο, κυρίως, μεταξύ των ιπποτών. Στην εποχή μας το έθιμο διατηρείται στους Νοτιοσλάβους, τους Αλβανούς, τους Τούρκους, τους Άραβες και τους Έλληνες. Στους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς, σχεδόν, το έθιμο το βρίσκουμε ως αντικείμενο της λαογραφίας τους. Τρόπος τέλεσης της αδελφοποιΐας: Τις αρχαιότερες πληροφορίες για τον τρόπο τέλεσης του εθίμου μας τις δίνει ο Ηρόδοτος και συγκεκριμένα για τους Λυδούς και τους Σκύθες. Οι μεν Λυδοί χάραζαν και οι δυο οι ενδιαφερόμενοι τα μπράτσα τους με κοφτερό αντικείμενο και μετά ο καθένας έγλυφε το αίμα του άλλου. Οι Σκύθες χάραζαν κι αυτοί τα μπράτσα τους και το αίμα που έτρεχε το μάζευαν στο ίδιο δοχείο στο οποίο πρόσθεταν και κρασί. Το μείγμα αυτό το έπιναν οι ενδιαφερόμενοι. Με τον τρόπο αυτό πίστευαν πως ο δεσμός τους γινόταν πιο στέρεος. Πολλοί, για να αποδείξουν το μέγεθος της αδελφοσύνης τους, την ώρα που έπιναν το μείγμα έδιναν σχετικό όρκο, ακόμα και κατάρες και διάφορες άλλες μαγικές πράξεις τελούνταν με σκοπό η αδελφοσύνη τους να είναι ακόμα πιο στέρεα. Στις γερμανικές φυλές θεωρούνταν αρκετό να τρέξει το αίμα από τις τομές στο ίδιο σημείο της γης και να ανακατευθεί. Μ’ αυτόν τον τρόπο και με τις σχετικές μικροπαραλλαγές το έθιμο διατηρείται στους Τούρκους και στους Άραβες.

Στους χριστιανικούς λαούς η κοινωνία του αίματος σχεδόν έχει εκλείψει κι έχει αντικατασταθεί με πολλές συμβολικές πράξεις όπως η ανταλλαγή σακακιών, ζωνών, καπέλων, όπλων κλπ ή δίνοντας σχετικό όρκο πάνω στο Ευαγγέλιο και με την ευλογία του παπά. Ο παπάς σκεπάζει με το πετραχήλι τα κεφάλια των υποψηφίων αδελφοποιών και διαβάζει τις σχετικές ευχές. Στους Σλάβους η αδελφοποιΐα γίνεται μπροστά σε συγκεντρωμένο πλήθος ή με τις ευχές του παπά στην εκκλησία. Σπάνια συναντάται και η παραλλαγή του εθίμου. Χαράζουν το μπράτσο τους οι ενδιαφερόμενοι και σ’ ένα ποτήρι μαζεύουν το αίμα στο οποίο βουτούν τα δυο κομμάτια ενός αχλαδιού τα οποία τρώνε οι αδελφοποιοί. Στην Αλβανία «βλαμ» μετά την αδελφοποίηση ακολουθεί φαγοπότι με σκοπό να επισημοποιηθούν περισσότερο οι σχέσεις των βλάμηδων. Στο Μαυροβούνιο το έθιμο απαντά με τρεις διαφορετικούς τρόπους. Ο πρώτος που λέγεται και μικρή αδελφοποίηση γίνεται με απλή μεταλαβιά των αχράντων μυστηρίων. Ο δεύτερος τρόπος, γίνεται σε δύσκολες καταστάσεις, λέγεται αδελφοποιΐα της ανάγκης και γίνεται με τριπλό ασπασμό στο όνομα του Θεού και του Aγίου Ιωάννη και ο τρίτος τρόπος γίνεται στην εκκλησία, ακολουθεί μεταλαβιά και ασπασμός. Σε μερικά μέρη της Γαλλίας την ημέρα της πρώτης του μετάληψης «μεταλαβιά» κάθε παιδί διαλέγει έναν αδελφό και στο εξής διατηρεί μαζί του στενή και πιστή φιλία, τη δε επόμενη ημέρα διαλέγει μια φίλη η οποία συνήθως γίνεται και γυναίκα του. Στη Σικελία τα κορίτσια που θέλουν να συνδεθούν φιλικά, για όλη τους τη ζωή, παίρνει το καθένα από μια τρίχα από το κεφάλι τις δένουν μαζί ψιθυρίζοντας κάποιους στίχους και μετά τις αφήνουν να τις παρασύρει ο αέρας.

Στη χώρα μας το έθιμο μεταδόθηκε αρχικά από την Ανατολή και μετά από τους Σλάβους που εγκατασταθήκανε στη Βαλκανική χερσόνησο. Για το πώς γινόταν η αδελφοποίηση στα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας δεν έχουμε σαφείς πληροφορίες. Από χρονογραφικές πληροφορίες συμπεραίνουμε πως το έθιμο γινόταν με τις ευλογίες της εκκλησίας. Αυτό επιβεβαιώνεται από σχετική ακολουθία που υπάρχει στο Ευχολόγιο. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας το έθιμο διαδόθηκε σ’ όλα τα μέρη όπου έδρασε η κλεφτουριά, όπως στην Ήπειρο, στη Μακεδονία, στη Θεσσαλία, στη Στερεά Ελλάδα, στην Πελοπόννησο και στην Κρήτη. Από τις λίγες πληροφορίες «γραπτές και προφορικές», που υπάρχουν για τον τρόπο που γινόταν το έθιμο, συμπεραίνουμε πως η ανταλλαγή του αίματος αντικαταστάθηκε με συμβολικές πράξεις και την ευλογία της Εκκλησίας όπως ήδη έχουμε προαναφέρει. Συμπληρωματικά σημειώνουμε πως οι ενδιαφερόμενοι αντάμωναν τα χέρια τους πάνω στο Ευαγγέλιο κι αν ήταν περισσότεροι οι ενδιαφερόμενοι κρατιόντουσαν από τα χέρια και ορκίζονταν αμοιβαία πίστη, στη συνέχεια διάβαζε ο παπάς τις ευχές και στο τέλος αλληλοασπάζονταν λέγοντας «η ζωή σου είναι ζωή μου και η ψυχή σου είναι ψυχή μου».

Στην Αρκαδία την ώρα της αδελφοποίησης παραυρισκόταν και δεκαεπτάχρονο κορίτσι το οποίο το θεωρούσαν οι αδελφοποιοί αδελφή τους και αναλάμβαναν από τότε την προστασία της και φρόντιζαν ακόμα και για την αποκατάστασή της. Στην Κρήτη οι πληροφορίες λένε πως η αδελφοποίηση γίνεται με ανταλλαγή αίματος. Χαράζουν οι ενδιαφερόμενοι το μπράτσο τους μέχρι να τρέξει αίμα. Μετά τρίβουν τη μια πληγή πάνω στην άλλη ώστε το αίμα του ενός να μπει στην πληγή του άλλου. Ο τρόπος αυτός εκτός του ότι είναι φρικιαστικός, πρωτόγονος, είναι και πολύ επικίνδυνος για τη μετάδοση πολλών παθογόνων ιών και μικροβίων και πρέπει να εκλείψει μια για πάντα. Οι με αυτόν τον τρόπο αδελφοποιηθέντες λέγονται αδελφοποιοί ή σταυραδέρφια. Στην Ήπειρο, κι όχι μόνο, λέγονται βλάμηδες «από την αλβανική λέξη βλαμ» και μετά την αδελφοποίηση «οι βλάμηδες» το γιορτάζουν με φαγοπότι και χορό. Στη Μακεδονία και στη Θεσσαλία λέγονται μπράτιμοι «από βουλγαρική λέξη» και στην Πελοπόννησο μπουραζέρηδες ή μπραζέρηδες. Εκτός από τα παραπάνω ο Χρηστοβασίλης, σε σχετικό διήγημά του, μας περιγράφει κι άλλο έναν τρόπο αδελφοποίησης, τελείως διαφορετικό από τα προαναφερόμενα που γινόταν παλιά στην Ήπειρο. Σύμφωνα με αυτές τις πληροφορίες οι ενδιαφερόμενοι κάθονταν γύρω από το σουφρά-τάβλα (χαμηλό στρόγγυλο τραπέζι) και πάνω βάζανε ένα ταψί γεμάτο αναμμένα κάρβουνα και πάνω σ’ αυτά ένα γεμάτο στουρναροπίστολο κι άρχιζαν να περιστρέφουν γρήγορα το ταψί μέχρι να εκπυρσοκροτήσει το πιστόλι. Εν τω μεταξύ μοιρολογούν όσοι κάθονται γύρω από την τάβλα του μελλοθάνατου ή του τραυματία από την εκπυρσοκρότηση του πιστολιού. Ο τρόπος αυτός αδελφοποίησης ασφαλώς είναι πολύ σκληρός και τον συνήθιζαν οι αρματολοί και οι κλέφτες γιατί πίστευαν πως η αδελφοποίηση μ’ αυτόν τον τρόπο είναι πολύ πιο ισχυρή και επί πλέον ήταν δείγμα ανδρείας. Άλλες ήταν, τότε, οι εποχές. Το έθιμο είναι κυρίως ανδρικό. Όχι σπάνια είναι και μεταξύ γυναικών. Ακόμη και μεταξύ ετεροφύλων ατόμων. Ούτε το θρήσκευμα είναι εμπόδιο στην αδελφοποίηση η οποία συνήθως γίνεται για όλη τη ζωή. Σπάνια γίνεται για ορισμένο χρονικό διάστημα κάτω, φυσικά, από ειδικές συνθήκες. Κοινωνικά και νομικά επακόλουθα.

Η αδελφοποίηση που γινόταν με ανταλλαγή αίματος και τις ευλογίες της εκκλησίας δημιουργούσε στενούς δεσμούς μεταξύ των αδελφοποιτών και πολλές φορές πιο ισχυρούς κι από τους συγγενικούς ακόμα. Ένα τέτοιο φαινόμενο δεν ήταν δυνατόν να μην έχει κοινωνικά και νομικά επακόλουθα. Και ούτε ήταν δυνατόν το έθιμο αυτό να μην επεκταθεί και στις οικογένειες των αδελφοποιτών, όπως στους Σλάβους της Βαλκανικής, στους Αλβανούς και στους Έλληνες. Η επέκταση αυτή των δεσμών, δυστυχώς, πολλές φορές είχε δυσάρεστα αποτελέσματα κυρίως στους Αλβανούς. Κι αυτό γιατί σ’ αυτούς επικρατεί το έθιμο της βεντέτας, της εκδίκησης. Σε περίπτωση κάποιου εγκλήματος η εκδίκηση παίρνει τεράστιες διαστάσεις. Η εκδίκηση για κάποιο φόνο ξεκινά από το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον και μπορεί να φτάσει και στον τελευταίο συγγενή των αδελφοποιτών. Αποτέλεσμα μιας τέτοιας βεντέτας είναι, όχι σπάνια, να ξεκληρισθούν όχι μόνο ολόκληρες οικογένειες αλλά και φυλές, φάρες ακόμα. Οι σχέσεις των βλάμηδων και των οικογενειών τους έφθαναν στο σημείο πρώτα οι ίδιοι ποτέ δεν χρησιμοποιούσαν τα βαπτιστικά τους ονόματα, γιατί πίστευαν πως αυτό θα γινόταν αιτία να διαλυθεί η σχέση τους, αλλά μόνο με το όνομα βλάμης. Υποχρέωσή τους ήταν επίσης να αποκαλεί ο μεν τους γονείς του άλλου με τα ονόματα σταυροπατέρας και σταυρομάνα, τους δε αδελφούς σταυροδερφούς και σταυροδερφές. Ακόμα η αγάπη και ο σεβασμός ήταν απαράβατος όρος. Στο γάμο ο βλάμης ήταν μεταξύ των πρώτων των παραυρισκομένων. Σε χωριά της Ηπείρου ο βλάμης πήγαινε στο σπίτι του γαμπρού με τη συνοδεία των οργάνων που έστελνε ο γαμπρός. Αυτός φορούσε στη νύφη τα παπούτσια τα νυφιάτικα που ήταν όμως δώρο του γαμπρού. Σε όλη τη διάρκεια του γάμου ο βλάμης μαζί με το νουνό ήταν κοντά στο γαμπρό. Για το βαθμό της εκτίμησης της αδελφοποιΐας μια κρητική παροιμία λέει: «Καλύτεροι οι αδερφοί της Εκκλησιάς παρά οι αδερφοί της κοιλιάς». Στην περίοδο της ρωμαιοκρατίας στην Ανατολή οι αδελφοποιτοί δεν άλλαζαν μόνο τα ονόματά τους αλλά αποκτούσαν κοινοκτημοσύνη περιουσίας, γυναικών και δικαιώματα κληρονομικά. Τα φαινόμενα αυτά υποχρέωσαν τους αυτοκράτορες Διοκλητιανό και Μαξιμιανό να απαγορέψουν με νόμο τέτοια φαινόμενα.

Το φαινόμενο αυτό θα συνέχιζε και στη βυζαντινή περίοδο και η απαγόρευσή του θα ίσχυε γιατί στον Κώδικα του Ιουστινιανού κι άλλων αυτοκρατόρων υπάρχουν σχετικοί απαγορευτικοί νόμοι. Απομεινάρια αυτού του φαινόμενου διατηρούνται σε μερικές φυλές της Πολυνησίας. Η λέξη βλάμης αν και έχει αλβανική προέλευση «ρίζα» εξελληνισμένη απαντά σ’ όλη την Ελλάδα και εκτός από την αρχική σημασία «αδελφοποιτός» σημαίνει και τον έχοντα υψηλό φρόνημα, τον ανδρείο, τον φιλότιμο αλλά και τον ευέξαπτο και καβγατζή. Βλάμηδες λέγονταν και τα αγράμματα μέλη της Φιλικής Εταιρείας τους οποίους όρκιζε ο παπάς κα δε γνώριζαν καν τον κύριο σκοπό της. Σήμερα οι λέξεις αδελφοποιτός, βλάμης κλπ., έχουν σβήσει από το καθημερινό μας λεξιλόγιο και μόνο στα λεξικά τις βρίσκουμε. Ο χρόνος κυλάει ασταμάτητα και τα πάντα αλλάζουνε, σβήνουνε ήθη κι έθιμα, ξεχνιούνται παραδόσεις με τις οποίες η φυλή μας έζησε αιώνες τηρώντας τα πιστά με σχολαστική ευλάβεια.

Ευαγγ. Ι. Ντόντη
εφημερίδα Αντίλαλοι Συρράκου

Αναζήτηση