Ο Χαρακιάς. Ο βίος και η πολιτεία ενός Βλάχου (Μεσοπόλεμος - Κατοχή)

Ο Χαρακιάς. Ο βίος και η πολιτεία ενός Βλάχου (Μεσοπόλεμος - Κατοχή) ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ (ΣΤΑΥΡΙΩΤΗΣ)Από τα Μεγάλα Λιβάδια του Πάικου στις αρχές του 20 ου αιώνα, ένα βλάχικο κεφαλοχώρι εκείνα τα χρόνια, ακολουθώντας με τα κοπάδια τους τα ποταμίσια νερά για τα χειμαδιά στο Νταούτ Μπαλί (Ωραιόκαστρο των προσφύγων), στο όργιο της Ρουμάνικης προπαγάνδας και στη μεγάλη μετανάστευση των Αρμάνων (Βλάχων) στη Ρουμανία.

Από τον ταραγμένο Μεσοπόλεμο στη Σαλονίκη των προσφύγων, στο Αλβανικό έπος του ’40. Κι ύστερα, η Λάρισα της κατοχής, με τους Ιταλόφρονες Βλάχους Λεγεωνάριους, τους ΕΑΣΑΔίτες και τους αντάρτες του ΕΛΑΣ που φώλιαζαν στα βουνά του Πάικου και της Πίνδου. Στα ριζά του Ολύμπου, οι τουρκόφωνοι Πόντιοι καπεταναίοι της Πιερίας, οι αδελφοκτόνες μάχες τους με τους ΕΛΑΣίτες μέχρι την ημέρα της απελευθέρωσης της Σαλονίκης από τους Γερμανούς.
Τούτες είναι κάποιες από τις στάσεις στο οδοιπορικό του Χαρακιά με τα αιματοβαμμένα χέρια, ενώ το ίδιο ταξίδι επιχειρεί να κάνει χρόνια μετά ένας απόγονός του, προσπαθώντας να ανακαλύψει ποιος στ’ αλήθεια ήταν εκείνος ο άνδρας... Ο Τέγος με τ’ όνομα, ο Χαρακιάς στην όψη... Ένας έρωτας παλεύει να βλαστήσει μέσα στα συντρίμμια του πολέμου, να γκρεμίσει το τείχος που ύψωσε ανάμεσά τους. Ένας γονιός αναζητά το γιο του… σχεδόν αγγίζει τον ώμο του, είναι μια ανάσα δίπλα του… και την ίδια στιγμή έναν ολάκερο κόσμο μακριά του…

 

Ο Χαρακιάς. Ο βίος και η πολιτεία ενός Βλάχου (Μεσοπόλεμος - Κατοχή)
Ιστορική Μυθιστορία
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ (ΣΤΑΥΡΙΩΤΗΣ)
Εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα 2019.
ISBN: 978-960-14-3529-9
Αρ. σελίδων 640
Διαστάσεις 21x14
Εικονογράφηση ΜΟΡΑΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
Λιβάνης, Πολιτεία, Πρωτοπορία

 

Πρόλογος

Ποιος μου δίδει εμένα το δικαίωμα να παραβιάζω την σκέψη τους, να κατευθύνω τις κινήσεις τους, να τους υποχρεώνω σε διαρκείς εξομολογήσεις και να τους εξωθώ σε πράξεις; Πως, διάολο, χτίζω έναν χαρακτήρα που περιγράφω, ξέροντας πως είναι αδύνατον να έχω καταφέρει να ξεκλειδώσω το νου του; Εδώ, είναι αδύνατον να ξεκλειδώσω τη δική μου τη σκέψη… Κι ακόμη, με ποιο δικαίωμα προκρίνω την μιαν εκδοχή της αλήθειας έναντι μιας άλλης και υιοθετώ μια συγκεκριμένη άποψη προσπερνώντας μιαν άλλη διαφορετική;

Είναι παράξενο!

Άλλοτε είναι η λογική που οδηγεί τη γραφή. Η συνεπής χρονική ακολουθία και η αναπόδραστη σχέση αιτίου και αιτιατού. Άλλοτε πάλι είναι το ένστικτο, πλάι στο παράλογο. Δηλαδή, εκείνη η συνθήκη που οι αρχαίοι Έλληνες αποκαλούσαν ιερή μανία… Η κατάσταση όπου ο Διόνυσος υπερισχύει του Απόλλωνος… Και, μα την αλήθεια! Τούτη η ά-λογη, η παράλογη, η υπέρλογη συνθήκη, είναι εκείνη που ο μυθογράφος επιθυμεί διακαώς όταν συγγράφει, πλην όμως σπανίως του γίνεται το χατίρι. Να καταληφθεί εξ ολοκλήρου δηλαδή, από κείνη την ιερή μανία και μια ανώτερη, υπερκόσμια δύναμη να κατευθύνει τα δάκτυλά του πάνω στο πληκτρολόγιο… Ή, για να το ειπεί κανείς με τα λόγια του Βιτγκενστάιν: ‘’Μια λέξη βγαλμένη απ’ την καρδιά μου, θα σήμαινε για μένα περισσότερα από τρεις σελίδες βγαλμένες από το μυαλό μου’’ Όμως, τα πολλά λόγια είναι φτώχεια… ας έλθουμε στο προκείμενο… Η ιστορία που θα αφηγηθώ, είναι τόσο απίθανη που ακόμη κι η πιο οργιώδης φαντασία ενός ευφάνταστου μυθοπλάστη δεν θα αποτολμούσε να υιοθετήσει. Στο άκουσμά της και μόνον, ο νους ιλιγγιά και ταράττεται. Κι όμως, οι ιστορίες που μας έχει διασώσει η Ιστορία, ιδιαίτερα τούτου του πολύπαθου τόπου, της Μακεδονίας, οι πραγματικές ιστορίες που συνέβησαν και διασώθησαν, συχνά την ξεπερνούν κατά πολύ. Τούτη δω η ιστορία, όμως, είναι αληθινή… τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος της.... ή θα μπορούσε να είναι αληθινή εξ ολοκλήρου...
Και μια και ομιλούμε για την Αλήθεια, αξίζει θαρρώ να υπομιμνήσω εκείνο που ο Πλούταρχος είπε κάποτε: ‘’Η αλήθεια ήταν ένας καθρέπτης κρεμασμένος στον ουρανό. Κάποτε έπεσε στη γη κι έσπασε, έγινε μυριάδες κομμάτια. Από τότε οι άνθρωποι τον ψάχνουν στην γη κι όποτε βρίσκουν ένα κομμάτι του και μέσα του κοιτάζουν τον εαυτό τους, νομίζουν πως βρήκαν τον καθρέπτη ολόκληρο… νομίζουν πως βρήκαν την αλήθεια…’’
Αχ! Αυτή η αλήθεια! Για να τη βρεις, απαιτεί επιμονή, σταθερότητα, εγρήγορση, ενάργεια… Πρέπει ωσάν τον Θαλή, να ‘σαι τόσο αλλοπαρμένος στην αναζήτησή της, ώστε να πέσεις… να πέσεις μέσα στο πηγάδι της… Μ’ άλλα λόγια, πρέπει να μολυνθείς με τον ιό της…

‘’Εγώ πατέρας σου δεν είμαι…’’

Έζησε μια ζωή ήσυχη. Όσο του το επέτρεψαν τα δύσκολα εκείνα χρόνια. Πρόσεχε πάντα τα λόγια του.Tα λόγια του ήταν πάντα λίγα. Και το αιτιολογούσε με τον τρόπο του, λέγοντας: ‘’γι’ αυτό ο Θεός μας έδωσε ένα στόμα και δυο αυτιά, για ν’ ακούμε περισσότερο απ’ όσο μιλάμε’’. Δούλευε πολύ και ήταν επίμονος και υπομονετικός. Κάποιος που δεν τον εγνώριζε καλά, θα έλεγε ότι ήταν ένας άνδρας φοβισμένος. Για όσους τον ήξεραν όμως, και με δεδομένο ότι ήταν φιλομαθής και φιλαναγνώστης, σίγουρα θα αναγνώριζαν στον χαρακτήρα και την προσωπικότητά του έναν άνδρα που είχε ενστερνιστεί αρκούντως το αξίωμα του Επίκουρου: «λάθε βιώσας». Που πάει να πει: ‘’ζήσε στο περιθώριο της τρέχουσας τάξης πραγμάτων, ζήσε εν κρυπτώ, και διαφύλαττε προπάντων την ψυχική σου ηρεμία’’. Άνθρωπο ποτέ του δεν επείραξε και κανείς δεν είχε πει κακό λόγο γι’ αυτόν. Επί χρόνια μετά τον θάνατό του μάθαινα κατά καιρούς ότι βοήθησε αρκετούς συνανθρώπους του με τις λιγοστές δυνάμεις που είχε. Ερχόταν συντοπίτες μου γνωστοί, αλλά και άνθρωποι που δεν ήξερα και μου τα έλεγαν.
Είμαι ο μονάκριβος γιος του και μπορώ να πω ότι του χρωστώ σχεδόν τα πάντα. Με σπούδασε σε χρόνια δύσκολα, δίχως ποτέ να μου λείψει κάτι. Δεν μιλούσαμε πολύ και ούτε πατρικές συμβουλές συνήθιζε να μου δίνει. Σπανίως το έκαμε. Έναν μόνο τρόπο είχε να διδάσκει. Δια του παραδείγματος. Είχε πάντοτε την υπομονή να περιμένει να έλθει το πλήρωμα του χρόνου να δικαιώσει τις πράξεις του. Και είναι αλήθεια ότι ο χρόνος πάντα τον δικαίωνε. Μπορεί να αργούσε, αλλά πάντοτε ήταν με το μέρος του. Ήταν σαν να είχε συνάψει μια αδιάσπαστη, ανίερη θα ‘λεγε κανείς, συμμαχία με τον χρόνο. Όμως ο χρόνος δεν είναι μόνον άχρονος και αέναος. Έχει και την άκρως εκνευριστική συνέπεια να υπακούει στη φύση των πραγμάτων. Και κάποτε τον επήρε από τον μάταιο τούτο κόσμο. Η συμμαχία τους «χάλασε». Πέρα από την αναντίρρητη αλήθεια ότι υπήρξε για μένα ένας πατέρας για τον οποίο ένοιωθα, όσο ζούσε αλλά και μετά το θάνατό του, μεγάλη υπερηφάνεια, εν τούτοις μου άφησε, τη στιγμή ακριβώς του θανάτου του, στην νεκρική του κλίνη, μιαν αλλόκοτη παρακαταθήκη. Μια παρακαταθήκη που στα χρόνια που έμελλε να έλθουν και με όσα συνέβησαν, αποδείχθηκε τόσο δυσβάσταχτη που υπήρξαν στιγμές που μου ήταν δύσκολο να την διαχειριστώ. Κόντεψα να τρελαθώ. Ήταν, θυμάμαι, νύχτα στη φωτεινή κάμαρη ενός νοσοκομείου. Μεσούντος του θέρους. Ένοιωθε ότι το τέλος του πλησίαζε. Η φωνή του έβγαινε με δυσκολία από τα χείλη. Ωστόσο ήταν λαλίστατος. Εγώ του έλεγα να πάψει να μιλά. Να ησυχάσει. Εκείνος όμως επέμενε ότι έπρεπε να προλάβει να μου πει. Δεν καταλάβαινα τι ακριβώς έπρεπε να προλάβει να πει.

Μιλούσε για το Αλβανικό μέτωπο, τα βλαχοχώρια της Ηπείρου, τα Μεγάλα Λιβάδια, την Πίνδο, τις βλαχόστρατες, τα χειμαδιά, την Λάρισα στα χρόνια της κατοχής, τη Σαλονίκη, τους Ιταλούς, τους Λεγεωνάριους, την πείνα, την συγχωρεμένη τη μάνα μου που έφυγε νέα από τη ζωή, κι άλλα πολλά. Τι παράξενο! Μα την αλήθεια! Άλλαζε το θέμα του με την ίδια ευκολία που ένα πουλάκι πηδά από το ένα κλαδί του δένδρου στο άλλο. Όμως… τα τελευταία λόγια του ήταν εκείνα που με τάραξαν σφόδρα. Ναι! Στην αρχή με παραξένεψαν κι ύστερα με συγκλόνισαν. Εκείνα τα στερνά λόγια τα είπε στ’ αρμάνικα. Κι αυτό ήταν ακόμα πιο παράξενο. Είχα πολλά χρόνια να τον ακούσω να μιλά τη γλώσσα μας. Κι όταν εγώ από μικρός δοκίμαζα ν’ αρθρώσω κάποια λέξη στ’ αρμάνικα, σαν αυτά που άκουγα να μιλούν συχνά στο σπίτι, με μάλωνε και μου ‘λεγε: ‘’εσύ γκραίκικα να μιλάς’’. Οι τελευταίες του λέξεις όμως ήταν στη μητρική μας γλώσσα. Και κατάλαβα πολύ καλά τι είπε. Στην αρχή ένοιωσα έκπληξη, αλλά μετά δεν τον επίστεψα, γιατί νόμισα ότι τα είχε χάσει και δεν ήξερε τι έλεγε. Όμως πώς γίνεται; Όλα όσα μού είπε πριν ήταν σωστά. Τα ήξερα. Τον είχα ακούσει να τα διηγείται πολλές φορές. Τούτο το τελευταίο όμως…
Εκείνη η εικόνα θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη μου. Αλλά τι λέω; Έμελλε να σημαδέψει για πάντα τη ζωή μου… Με τα μάτια κλειστά σαν να μην τολμούσε να με αντικρύσει, σαν να ήθελε να αποφύγει να δει την αντίδρασή μου, μου είπε:

’Άκουσε παιδί μου, αίμα μου είσαι… αλλά εγώ πατέρας σου δεν είμαι… άλλος είναι…’’.

Ήμουν σίγουρος ότι τα είχε χάσει. Του είπα να σταματήσει να μιλά αλλά εκείνος επέμενε και επανέλαβε στα γκραίκικα τούτη τη φορά:

‘’Εγώ πατέρας σου δεν είμαι…’’

‘’Και τότε ποιος είναι;’’, τον ερώτησα, περισσότερο για να τον κάνω να ησυχάσει παρά για να ακούω.

Κάτι προσπάθησε να ψελλίσει αλλά… δεν επρόλαβε… Κείνη τη στιγμή, κείνη ακριβώς τη στιγμή, τον εκάλεσε κοντά του Εκείνος…

Ευχαριστίες

Πέρα από τον απεριόριστο σεβασμό που οφείλω σε μελετητές και συγγραφείς που αναφέρονται αρκούντως διεξοδικά στη βιβλιογραφία, πρέπει να ευχαριστήσω θερμά και όλους εκείνους του γέροντες –επί το πλείστον- που δέχθηκαν να συνομιλήσουν μαζί μου στα μέρη της Μακεδονίας της Ηπείρου και της Θεσσαλίας και εμπλούτισαν το έργο με τις πολύτιμες πληροφορίες τους. Κάθε ονομαστική αναφορά θα περιέκλειε τον κίνδυνο κάποιας παράλειψης και ίσως για κάποιους την πιθανότητα αχρείαστων οχλήσεων, ή και επικρίσεων ακόμη, εκ μέρους κάποιων αναγνωστών.
Επίσης, υπάρχουν και άλλα πρόσωπα που ο καθένας με τον τρόπο του συνέβαλλαν στη συγγραφή. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται ο ποιητής Δημήτριος Πασατσιφλικιώτης, ο φιλέρευνος και αστείρευτος φιλαναγνώστης Γιώργος Χαραλάμπους, η αγαπητή Άννα Ραφαηλίδου με την σπουδαία δουλειά της για την ιστορία της γειτονικής μας Νεοχωρούδας, οι Μεγαλολιβαδιώτισες, Λένα Πασιατά για τις χρήσιμες πληροφορίες της και Κυριακή Λέντζιου με το εξαιρετικό λεξικό της βλάχικης γλώσσας, ο Αστέριος Κουκούδης, όχι μόνον για την σπουδαία δουλειά του για τους Βλάχους αλλά και για τις πολύωρες συζητήσεις μας πριν αποδημήσει εις Κύριον, όπως βεβαίως και ο πολυγραφότατος μελετητής της Βλάχικης Ιστορίας Αχιλλέας Λαζάρου. Ιδιαίτερη επίσης αναφορά οφείλεται σε δύο συγγραφείς που η ερευνητική δουλειά τους υπήρξε πολύτιμη και καθοριστική: ο είς εξ αυτών, Σταύρος Παπαγιάννης με το εξαιρετικό βιβλίο του «Τα παιδιά της Λύκαινας – Οι επίγονοι της 5 ης Ρωμαϊκής Λεγεώνας κατά τη διάρκεια της Κατοχής (1941-1945)» και ο έτερος Στράτος Δορδανάς κυρίως με το βιβλίο του «Έλληνες εναντίον Ελλήνων» καθώς και αρκετά άλλα του ιδίου που αναφέρονται στη βιβλιογραφία.

Στον αγαπητό φίλο ζωγράφο Δημήτρη Μοράρο οφείλω επίσης θερμές ευχαριστίες για την εικονογράφηση και την εξαιρετική εικόνα του εξωφύλλου που μου παραχώρησε ανιδιοτελώς χάριν της μακρόχρονης φιλίας μας, καθώς επίσης και στον εκδοτικό οίκο Λιβάνη που στηρίζει εδώ και δεκαετίες κάθε συγγραφική μου απόπειρα. Κυρίως όμως ευγνωμοσύνη χρεωστώ στην επί σειράν ετών σύντροφό μου Μαρία Ιακωβάκη, όχι μόνον για την υπομονή και για την συμπαράστασή της κατά τα τέσσερα χρόνια της συγγραφής, αλλά και για τις εύστοχες παρατηρήσεις και τις ευρηματικές λογοτεχνικές επισημάνσεις της.

Βιογραφικό

Ο Δημήτριος Σ. Παπαδόπουλος (Σταυριώτης) γεννήθηκε το έτος 1959 στο Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης και είναι απόφοιτος της Σχολής Νομικών και Οικονομικών Επιστημών (ΝΟΕ) του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Με το πρώτο του ιστορικό μυθιστόρημα «Ραφαήλ Σταυριώτης» τιμήθηκε με το βραβείο «Ιπεκτσί» το έτος 1995. Ακολούθησαν άλλα τέσσερα ιστορικά μυθιστορήματα: «Το Συμπόσιο του Πλάτωνος και το θλιβερό τέλος του Κοσμά του Τραπεζούντιου» (1997), «Αβεσαλώμ» (1999), και το τρίτομο έργο «Εύδοξος ο Κυζικηνός» (2002) που περιγράφει τις περιπέτειες του Έλληνα θαλασσοπόρου και εξερευνητή στα ελληνιστικά χρόνια. Όλα τα βιβλία του κυκλοφόρησαν από τον Εκδοτικό Οργανισμό Λιβάνη. Εμφανίζεται και πάλι στα γράμματα μετά από 15χρονη απουσία με το ιστορικό Μυθιστόρημα «Ο Χαρακιάς». Η ιστορία διαδραματίζεται την χρονική περίοδο 1920 έως 1945 στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας. Πραγματεύεται μεταξύ άλλων: την παρουσία του βλάχικου στοιχείου την περίοδο εκείνη, την έλευση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία, τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν με αυτούς οι βλάχοι, τη μετανάστευση μια μεγάλης μερίδας αυτών στη Ρουμανία καθώς ήταν επηρεασμένοι από την ρουμάνικη προπαγάνδα που εξελισσόταν ήδη από το 1860, την περίοδο του Μεσοπολέμου, την προσπάθεια από μέρους των βλάχων στα χρόνια της Κατοχής να συστήσουν με τη βοήθεια των Ιταλών το Βλάχικο κράτος της Νότιας Βαλκανικής (Πριγκιπάτο της Πίνδου), το Αλβανικό Έπος και την Θεσσαλονίκη τα Κατοχής, τη δράση των Ταγμάτων Ασφαλείς και των Ευζωνικών Ταγμάτων του Ράλλη και την απελευθέρωση. Στο βιβλίο περιγράφεται ακόμη η διαμάχη που ξέσπασε μεταξύ των βλάχων που πήγαν με το μέρος των Ιταλών και των βλάχων που παρέμειναν πιστοί στον ελληνισμό. Επίσης, γίνονται εκτενείς αναφορές στο φαινόμενο του δοσιλογισμού τόσο στην περιοχή της Θεσσαλίας όσο και στη Μακεδονία και ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη.
Ο ήρωας του βιβλίου, πρόσωπο φανταστικό όπως και ο συγγενικός του περίγυρος, κινείται μέσα σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα, με υπαρκτά και ενίοτε γνωστά πρόσωπα που διαδραμάτισαν ρόλο στην Ιστορία του τόπου. Πέραν της πληθώρας των Ιστορικών συγγραμμάτων που χρησιμοποιήθηκαν, ο συγγραφέας συνέλλεξε και μαρτυρίες προσώπων που έζησαν τα γεγονότα και απογόνων τους που γνώριζαν περί αυτών.

Ο Χαρακιάς. Ο βίος και η πολιτεία ενός Βλάχου (Μεσοπόλεμος - Κατοχή) ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ (ΣΤΑΥΡΙΩΤΗΣ)

Αναζήτηση