Ηπειρώτικο Πολυφωνικό Τραγούδι

ΠολυφωνικόΤο Ηπειρώτικο Πολυφωνικό Τραγούδι αποτελεί μια από τις πιο ενδιαφέρουσες μουσικές φόρμες στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια αλλά και στο παγκόσμιο ρεπερτόριο της Λαϊκής Πολυφωνίας.
Η καταγωγή αυτής της πολυφωνικής φόρμας, παρόλο που η έρευνα δεν έχει καταλήξει ακόμη σε βέβαια συμπεράσματα, πιθανά να ανάγεται σε πολύ παλιές (ίσως ακόμη και προελληνικές) εποχές. Οι μελωδίες των πολυφωνικών τραγουδιών, μαζί με ορισμένα ακόμη της Ηπείρου και της Θεσσαλίας) είναι οι μοναδικές στον ελλαδικό χώρο που έχουν διατηρήσει την ανημίτονη πεντατονική κλίμακα (κλίμακα που αποτελείται από πέντε νότες χωρίς ημιτόνια). Η κλίμακα αυτή, σύμφωνα με κάποιους μουσικολόγους, ταυτίζεται με το δώριο τρόπο των αρχαίων Ελλήνων, την κατεξοχήν «ελληνική αρμονία». 

Δίπλα στην κλίμακά του, στοιχεία που συνηγορούν στην παλαιότατη καταγωγή του είδους αποτελούν ο φωνητικός, ομαδικός, ρητορικός και τροπικός του χαρακτήρας.
Στις μέρες μας το ηπειρώτικο πολυφωνικό τραγούδι το συναντάμε στα βορειοδυτικά του Νομού Ιωαννίνων (χωριά του Πωγωνίου, Παρακάλαμος, χωριά βόρεια της Κόνιτσας), σε ελάχιστα χωριά στα βορειοανατολικά της Θεσπρωτίας (Τσαμαντάς, Λιάς, Βαβούρι, Πόβλα) και, κυρίως, στη Βόρειο Ήπειρο, στα χωριά της ελληνικής μειονότητας στα νότια της Αλβανίας (Δερόπολη, Άνω Πωγώνι, Βουθρωτό, Χειμάρα).

ΡΟΛΟΙ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΥ ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ

Παρτής ή πάρτης ή σηκωτής είναι εκείνος που τραγουδά την κύρια μελωδία, αρχίζοντας, «παίρνοντας» ή «σηκώνοντας» το τραγούδι.
Του απαντά ο δεύτερος που «γυρίζει» ή τσακίζει» το τραγούδι, για αυτό λέγεται και γυριστής.
Μερικές φορές, στη θέση του γυριστή, ή σύμφωνα με κάποιους μουσικολόγους, παράλληλα με αυτόν, συναντάμε το ρόλο του κλώστη, ο οποίος κάνει ιδιόμορφους λαρυγγισμούς, «κλώθωντας» το τραγούδι ανάμεσα στην τονική και την υποτονική της μελωδίας, τεχνική που θυμίζει την κίνηση του χεριού που κρατά το αδράχτι και κλώθει το νήμα.
Ρόλος που απαντά συχνά αλλά όχι πάντα, είναι ο ρόλος του ρίχτη, ο οποίος «ρίχνει» το τραγούδι στο τέλος του προλογίσματος του παρτή, τραγουδώντας ένα επιφώνημα ( π.χ. «αχ ωχ ωχ», «άντε βρε») μια τετάρτη κάτω από την τονική της μελωδίας, ξεκουράζοντας τον παρτή και ενώνοντας το προλόγισμά του με την είσοδο των ισοκρατών.
Τα υπόλοιπα μέλη της πολυφωνικής ομάδας, οι ισοκράτες, κρατούν το «ίσο», δηλαδή το φθόγγο της τονικής της μελωδίας, δημιουργώντας την τροπική βάση του τραγουδιού. Ο ρόλος των ισοκρατών είναι ιδιαίτερα σημαντικός και όσο δυνατότερο είναι το ισοκράτημα τόσο πιο «βρονταριά πάει το τραγούδι». Η αρτιότητα της ερμηνείας του πολυφωνικού τραγουδιού προϋποθέτει την ύπαρξη αλλά και το σμίξιμο των διαφορετικών φωνών – ρόλων της πολυφωνικής ομάδας. Έτσι, το πολυφωνικό τραγούδι προϋποθέτει τη συλλογικότητα της έκφρασης αλλά και την αυστηρή διακριτότητα των ρόλων που απηχεί και την άγραφη ιεραρχία στη σύνθεση της ομάδας και στην κατανομή των ρόλων.

περισσότερα: www.polyphonic.gr

Αναζήτηση