Βλαχο-ελληνικό λεξικό με λέξεις που ανανεώνονται καθημερινά.
Μπορείτε εύκολα να προσθέσετε λέξεις - λήμματα τα οποία δημοσιεύονται μετά από έγκριση του διαχειριστή.
Λέξη, φράση, όνομα | Ερμηνεία (Μετάφραση) |
---|---|
αβαρλίγκα |
γύρω (πέριξ)
|
άβντ |
ακούω
|
αβούτου |
πλούσιος
|
άγιε | βία |
άγκρου | αγρός |
αέρι, ασιάρε |
χθές
|
άζε, άζα |
σήμερα
|
αΐστε |
αυτή
|
αΐστου, αέστου |
αυτός
|
ακάτσου |
πιάνω
|
ακλό ή ακολό |
εκεί
|
άκου |
βελόνι
|
αλάβντου |
επαινώ
|
αλάνγκου |
τρέχω
|
αλάντα |
άλλη
|
αλάσου |
άστο
|
Αλάσου πούλα ακάτσου μούλα. |
Αφησε το παπάρι και πιάσε το μουλάρι. Το λένε για τους τεμπέληδες.
|
αλάσω, αλάσου |
άσε,άφησε το
|
Άλγκι του πούντζι σ' πέστι του μούντσι |
"Aσπρα" στα πουγκιά και ψάρια στα βουνά (άσπρα είναι τα χρήματα)
|
αλέπτου |
διαλεχτός
|
άλτου |
άλλος (για αόριστο πρόσωπο)
|
άμ |
έχω
|
αμ,αϊ,άρε, αβέμ, αβέτσ,άου |
έχω,έχεις,έχει,έχουμε,έχετε,έχουν
|
αμβαρτέσκου |
τυλίγω
|
αμπόρου |
αυλή
|
αν,άνγιε |
χρόνος,χρόνια
|
ανάλτου |
ψηλά-ψηλος
|
ανάμισα |
ανάμεσα, μεταξύ
|
Ανία νι άρντι κάπλου φόκ' σ' αλούι λι άρντι τρα τζιόκ' |
Εμένα μου καίει η φωτιά το κεφάλι και εκεινού του καίει για χορό
|
ανιουρτζέρι, ανιουρτζέσκου |
μυρωδιά , μυρίζω
|
αντιρατσ | υποχρεωση |
αντουκέστ, αντουκέσκου |
καταλαβαίνω
|
αντουκίι |
κατάλαβα
|
αντούκου - ντούκου |
πηγαίνω, φέρνω
|
Αντούνα, κάντ' χίι τίνιρ' , σ' άι κάντ' αουσέστι |
Μάζευε, όταν είσαι νέος, για να 'χεις όταν γεράσεις
|
αούου |
σταφύλι
|
Αούρλα φούρλου σ' φούγκα νικοκίρλου |
Φωνάζει ο κλέφτης να φύγει ο νοικοκύρης
|
άπα |
νερό
|
Απα μιντίτα κούτσιμπι αντούτσι |
Το ανακατωμένο νερό φέρνει κούτσουρα
|
Άπα, φόκλου σ' μουλιάρεα νου άου πίστι |
Το νερό, η φωτιά και η γυναίκα δεν έχουν εμπιστοσύνη
|
απρόπιε |
κοντά
|
Αράβντα σ' τάτσ' μάκα βρέι σ' μπανέτζ' |
Άκουγε και σώπαινε αν θέλεις να ζήσεις
|
αρακόρε, αρκουάρι |
κρύο
|
Αράουλου νου στουάρνα ντιναπόι |
Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω
|
αράτσι |
κρύο (επίθετο, πχ απ\' αράτσι = κρύο νερό)
|
Αρμάνλου 'ν κάλαρ' ι βα σ' ντοάρμα ι βα σ' κάντα |
Ο Βλάχος καβάλα ή θα κοιμάται ή θα τραγουδάει
|
Αρμάνλου φιάτσι σ' κρεάπα σ' ντράκλου | Ο Βλάχος έκανε και τον διάολο να σκάσει |
αρμάτα |
ενδυμασία
|
αρμένου |
παραμένω, αυτόχθων, διαμένω, κατοικώ.
|
Αρμίνλι άρου μούλτου μίντι |
Οι Βλάχοι έχουν πολύ μυαλό
|